Της Λίτσας Ι. Χατζηφώτη, αρχαιολόγου
Καθώς ανεβαίνει ο προσκυνητής στα δρομάκια του Μυστρά αισθάνεται την έλλειψη της μόνιμης ανθρώπινης παρουσίας. Καθώς εισέρχεται, όμως, στον Ναό του Αγίου Δημητρίου ένα ευχάριστο ξάφνιασμα τον καταλαμβάνει. Το προσκυνητάρι, το παγκάρι, τα καντήλια, όλα μαρτυρούν ότι ο ναός λειτουργείται. Αν είναι τυχερός και δεν υπάρχει πολυκοσμία νιώθει συγκίνηση και ανάταση, καθώς οι ιστορικές μνήμες πιέζουν έντονα.
Πριν καν να αρχίσει να φέρει το βλέμμα του ολόγυρα, αντιλαμβάνεται ότι δεν είναι το περιβάλλον αντικείμενο παρατήρησης αλλά ένα με τον ίδιο. Αμέσως συνειδητοποιεί την πλάκα με τον ανάγλυφο δικέφαλο αετό στο πάτωμα. Σύμφωνα με τη λαϊκή παράδοση, οι δεσπότες της Πελοποννήσου γονυπετούσαν επάνω της την ώρα που περιφέρονταν στον ναό τα άγια δώρα, γι’ αυτό ο λαός προσέχει σήμερα να μην πατήσει επάνω στο «ιερό πουλί». Είναι ορισμένα σημεία που συγκινούν ιδιαίτερα σε αυτό το συγκρότημα. Δημιουργούν αμεσότερη επαφή και συγκλονιστική εμπειρία σε όσους διαθέτουν ματιά ευαίσθητη σε ό,τι υλικό διατηρεί μέσα από τους αιώνες την ανθρώπινη ζεστασιά και μαρτυρεί για την ανθρώπινη ιστορία.
Ο Άγιος Δημήτριος, μνημείο του τέλους του 13ου αι. (1291- 1292), παρά τις μετατροπές και τα προσκτίσματα των νεοτέρων χρόνων, με όλη την εικόνα που παρουσιάζει, μας γυρίζει στον «ένδοξό μας βυζαντινισμό». Φέρεται ότι ιδρύθηκε από τον λόγιο βυζαντινό κληρικό Νικηφόρο Μοσχόπουλο, ανεψιό ίσως του Μανουήλ Μοσχόπουλου και μαθητή του Μάξιμου Πλανούδη. Άνθρωπος με πλούσια μόρφωση και έντονη δράση, είχε δημιουργήσει σπουδαία βιβλιοθήκη, είτε αντιγράφοντας ο ίδιος κώδικες είτε αγοράζοντας.
Η χρονολογία 1291-1292, η οποία αναγράφεται σε επιγραφή εντοιχισμένη στον νότιο τοίχο του νάρθηκα, ίσως, κατά τον Μ. Χατζηδάκη, να αναφέρεται στην ίδρυση του νάρθηκα και ο ναός να είναι έργο παλαιότερο, που θεμελιώθηκε από τον επίσκοπο Ευγένιο, ο οποίος εικονίζεται στο διακονικό. Ο ίδιος βυζαντινολόγος υποστήριζε, επίσης, ότι οι τοιχογραφίες του μνημείου χρονολογούνται στο 1272. Θεωρείται πιθανόν, λοιπόν, η πρώτη ανακαίνιση του ναού στα χρόνια του Μοσχόπουλου να συνετέλεσε ώστε να θεωρηθεί ιδρυτής της.
Ο ναός ήταν αρχικά τρίκλιτη βασιλική με υπερυψωμένο το μεσαίο κλίτος. Στη διάρκεια του 15ου αι., για άγνωστο λόγο, απομακρύνθηκε η παλαιά στέγη, κατασκευάσθηκε στα πλάγια κλίτη γυναικωνίτης στο ύψος του γείσου και η στέγη διαμορφώθηκε ως σε πεντάτρουλο σταυρικό οικοδόμημα. Οι εργασίες αυτές, όμως, είχαν ως αποτέλεσμα την καταστροφή της αγιογράφησης, ενώ έμειναν σε μεγάλο βαθμό ακέφαλες οι περισσότερες μορφές του νοτίου κλίτους.
Οι τοιχογραφίες του Μητροπολιτικού Ναού του Μυστρά χρονολογούνται στο δεύτερο μισό του 13ου αι. και, όπως φαίνεται, είναι έργα δύο διαφορετικών τάσεων καλλιτεχνών. Η μία είναι προσκολλημένη στη ζωγραφική των χρόνων των Κομνηνών και η άλλη είναι στραμμένη στον «ρεαλισμό και τον ιμπρεσιονισμό», όπως εκφράζεται στο Καχριέ Τζαμί της Κωνσταντινούπολης.
Στους εξωτερικούς τοίχους του Αγίου Δημητρίου είναι φανερή η διαφορετική αρχιτεκτονική διακόσμηση, αποτέλεσμα των κατά καιρούς μεταβολών στο οικοδόμημα. Χαρακτηριστική είναι η πλέον επιβλητική ανατολική πλευρά με τις τρίπλευρες αψίδες, το πλινθοπερίκλειστο οικοδομικό σύστημα και τις οδοντωτές διακοσμητικές ταινίες.
Στο δυτικό τμήμα της αυλής, που σχηματίζεται στα βόρεια του ναού, από όπου γίνεται σήμερα η είσοδος στη Μητρόπολη και από όπου η θέα προς την πεδιάδα είναι σαγηνευτική, υψώνεται το διώροφο μητροπολιτικό μέγαρο, κτίριο των τελευταίων χρόνων της Τουρκοκρατίας (1754). Ιδρυτής του είναι ο Μητροπολίτης Ανανίας, συγκλονιστική μορφή του 18ου αι., στον οποίο θα επανέλθουμε πιο κάτω.
Το κτίριο αυτό επισκευάσθηκε και χρησιμοποιείται ως Μουσείο του Μυστρά. Ανάμεσα στα σπουδαία εκθέματά του, ο προσκυνητής θα σταθεί οπωσδήποτε στα πολυάριθμα ανάγλυφα που προέρχονται από τον αρχιτεκτονικό διάκοσμο των άλλων κτιρίων της βυζαντινής πολιτείας, θα θαυμάσει τις υπέροχες εικόνες του, μεταξύ των οποίων μία των Αγίων Δημητρίου και Γεωργίου εφίππων επάνω στο ίδιο άλογο, και τα λείψανα ενδυμασίας μιας αρχόντισσας του τόπου που είχε ταφεί στον Μυστρά, καθώς και πολύ ενδιαφέροντα σπαράγματα τοιχογραφιών.
Ο Μητροπολίτης Ανανίας που μαρτύρησε στα χέρια των Τούρκων
Θα κλείσουμε το προσκύνημα με μία μικρή αναφορά στον Μητροπολίτη Λακεδαιμονίας Ανανία, ηγετική μορφή του υπόδουλου Ελληνισμού, που πότισε με το αίμα του το χώμα του πολυθρύλητου Μυστρά. Ο Ανανίας ανήκε σε διακεκριμένη οικογένεια της Δημητσάνας, γεννήθηκε στις αρχές του 18ου αι. και εξελέγη Μητροπολίτης Λακεδαιμονίας το 1750. Αναδείχθηκε σε ικανότατο θρησκευτικό και πολιτικό ηγέτη, ενάρετο και φιλόπατρι, με σπάνια οργανωτικά προσόντα. Ίδρυσε στη Δημητσάνα τους πρώτους μπαρουτόμυλους και έβαλε τα θεμέλια των πρώτων επαναστατικών πυρήνων μαζί με άλλους εξέχοντες Πελοποννησίους. Η άφιξη του Χαμζά πασά στην περιοχή σήμανε την έκρηξη της μανίας των κατακτητών κατά των υποδούλων Ελλήνων, που είχε ως αποτέλεσμα την παράδοση του Ανανία, έπειτα από πολιορκία εννέα ημερών στον Μυστρά, αφού αντιλήφθηκε το μάταιο της αντίστασης. Προηγουμένως είχε απομακρύνει τους συμπολεμιστές του και είχε κοινωνήσει. Το απόσπασμα που τον πολιορκούσε τον έσφαξε άγρια. Λίγο αίμα του πετάχτηκε σε μια πέτρα στον νότιο τοίχο έξω από τον Ναό του Αγίου Δημητρίου. Το πέρασμα του χρόνου και οι καιρικές μεταβολές δεν ήταν δυνατόν να σβήσουν τη σφραγίδα του μαρτυρίου του, το αγιασμένο αίμα του.
Σήμερα ένα μικρό κιγκλίδωμα το προφυλάσσει από τη βεβήλωση, για να θυμίζει στους χιλιάδες διαβάτες που καθημερινά διαβαίνουν από εκεί, ότι δεν εγκαταλείφθηκε χωρίς θυσίες και αγώνα τούτη η πολιτεία και ότι με αίμα σφραγίσθηκε η διαθήκη όσων έκτισαν τον Μυστρά και τον παρέδωσαν στη μνήμη και το προσκύνημα!