Toυ π. Σωφρόνιου Γκουτζίνη
Πρωτοσύγκελλου Ι.Μ. Ξάνθης και Περιθεωρίου
Aρχιμανδρίτη Οικουμενικού Θρόνου
Τώρα που έχει κατακαθίσει ο κουρνιαχτός σχετικά με τις αφίσες στους σταθμούς του μετρό θεωρούμε πως είναι η κατάλληλη στιγμή για να θέσουμε ορισμένα ερωτήματα, γιατί με τα όσα διαδραματίστηκαν, δοκιμάστηκε η δημοκρατία μας. Πρέπει δε αφετηριακά να δηλώσουμε ότι η δημοκρατία είναι μία έννοια απόλυτη: δεν μπορούμε να έχουμε περισσότερη ή λιγότερη δημοκρατία, ποιοτικότερη ή μη ποιοτική δημοκρατία, επιφανειακή ή «βαθειά και πλέρια», για να θυμηθούμε τη ρητορική παλαιότερων εποχών, δημοκρατία. Δύο μόνο ενδεχόμενα υπάρχουν: ή θα έχουμε δημοκρατία ή δεν θα έχουμε δημοκρατία.
Θέτουμε λοιπόν μερικά ερωτήματα και καλούμε τον αναγνώστη να τα επεξεργαστεί:
– Η αφίσα δεν ήταν «εναντίον της έκτρωσης», δεν ξεκινούσε δηλαδή ως αντίθεση σε κάτι, αλλά προσπαθούσε να πείσει ώστε να γίνονται λιγότερες εκτρώσεις. Σε μία χώρα όμως που έχουμε όλοι μάθει να προσδιοριζόμαστε σε αντιδιαστολή με κάτι άλλο, κανείς δεν επεχείρησε να δείξει την θετική κατεύθυνση της καμπάνιας. Δεν επρόκειτο λοιπόν για διχαστική ρητορική, που θα έπρεπε να απαγορευθεί. Αλήθεια ποιος αποφασίζει στη δημοκρατία μας ποια θέματα θα τίθενται για συζήτηση στη δημόσια σφαίρα και ποια όχι;
– «Δεν μπορούμε να συζητούμε για τις αμβλώσεις γιατί το ζήτημα έχει λυθεί νομικά». Ποιος όμως έχει το δικαίωμα να μας κάνει να σωπάσουμε έναντι του οιουδήποτε ζητήματος; Γνωρίζουμε ότι οι νόμοι αλλάζουν, αναθεωρούνται, προσαρμόζονται, βελτιώνονται ή και καταργούνται! Ποιος έχει δικαίωμα να φιμώνει την «άλλη» άποψη σε μία δημοκρατία;
– Το ότι οι εκτρώσεις είναι νόμιμες, δεν σημαίνει ότι απαγορεύεται να τις κρίνουμε. Ούτε η νομιμοποίησή τους μπορεί να αλλάξει τις συνέπειές τους για τη ζωή του εμβρύου και της μητέρας. Ποιος λοιπόν μπορεί να απαγορεύσει τη διατύπωση επιφυλάξεων ή και άρνησης στην έκτρωση, όταν μάλιστα η ίδια η πολιτεία με έναν όψιμο καλβινισμό, εφαρμόζει π.χ. τον «αντικαπνιστικό νόμο» παρότι το εμπόριο και η πώληση καπνού και τσιγάρων είναι απολύτως νόμιμα;
– Γράφτηκε, ακόμη, πως η αφίσα είναι διχαστική! Αν το επιχείρημα ισχύει, τότε πώς μπορούμε να δικαιώσουμε τις αφίσες των πολιτικών κομμάτων; Θα έπρεπε να είχαν απαγορευθεί όλες!
Ο θόρυβος με τις αφίσες του μετρό κατέστησε ξεκάθαρη την ανάγκη διασαφήνισης των κριτηρίων με τα οποία ο δημόσιος λόγος θα χαρακτηρίζεται προσβλητικός ή θα απαγορεύεται. Οι ισχύοντες νόμοι χρειάζονται βελτιώσεις, ώστε να προστατεύουν τη δημοκρατία και την κοινωνική ειρήνη, χωρίς όμως να ποινικοποιούν τη διαφορετική άποψη. Το πρόβλημα της έλλειψης παιδείας ή της φυλετικής προκατάληψης, δεν λύνεται με την καταστολή και τη φυλάκιση. Ο νόμος πρέπει να ορίσει ως ποινικό αδίκημα όχι τη διατύπωση και έκφραση της οποιασδήποτε γνώμης, αλλά τη συμφωνία, προτροπή ή και ενθάρρυνση σε αδικοπραγίες ή βιαιοπραγίες. Ο νόμος θα πρέπει με σαφήνεια να διακρίνει την διατύπωση άποψης με την προτροπή σε βίαιες και άνομες συμπεριφορές, την οποία θα πρέπει να ελέγχει και να τιμωρεί ποινικά.
Επί του προκειμένου όμως, η κρατική απαγόρευση της διαφημιστικής καμπάνιας γίνεται ακόμη περισσότερο σοκαριστική, αν σκεφτεί κανείς ότι η συγκεκριμένη διαφήμιση είχε «πληρωθεί» από τον φορέα που διεξήγε την καμπάνια. Επρόκειτο δηλαδή για μία επί πληρωμή διαφήμιση σε συγκεκριμένους χώρους του μετρό, η οποία έγινε σύμφωνα με τους ισχύοντες νόμους και τους κανόνες της αγοράς. Οπότε έχουμε μία κυβέρνηση η οποία είναι υπέρ της «αγοράς», να έρχεται και να καταργεί τους στοιχειώδεις κανόνες λειτουργίας της.
Εξάλλου, δεν θα πρέπει να λησμονούμε πως η επιβολή συγκεκριμένης γνώμης και η λογοκρισία συγκεκριμένων απόψεων, έστω και αν γίνονται στο όνομα των «ατομικών δικαιωμάτων», αποτελούν επιστροφή στον ολοκληρωτισμό και άρνηση της δημοκρατίας, η οποία ιδιαίτερα στον τόπο μας κατακτήθηκε με θυσίες του λαού.
Η υπόθεση των αφισών έδειξε την ισχύ του κράτους (εξάλλου αυτό σημαίνει η λέξη κράτος στην αρχαία ελληνική) έναντι της ελευθερίας της γνώμης των πολιτών του. Τελικά η δημοκρατική μας συνείδηση επιβεβαιώνεται κάθε φορά που βρισκόμαστε ενώπιον αντιλήψεων με τις οποίες διαφωνούμε.