Σε ένα τοπίο σπάνιας φυσικής ομορφιάς στην περιοχή της Αρίστης, ακριβώς επάνω από τον ποταμό Βοϊδομάτη, υψώνεται η Μονή της Κοίμησης της Θεοτόκου, γνωστή ως Σπηλαιώτισσα. Οφείλει την ονομασία της στον τρόπο που είναι κτισμένη, κυριολεκτικά κρεμασμένη στον ψηλό απόκρημνο βράχο, δίπλα σε βραχοσπηλιές.
Κτίστηκε το 1665, όπως μας πληροφορεί η κτητορική επιγραφή στον νότιο τοίχο του καθολικού, από τους μοναχούς Ιωακείμ και Σωφρόνιο, αλλά στην ίδια θέση σύμφωνα με την παράδοση υπήρχε μονή και κατά τη βυζαντινή εποχή. Γνώρισε μεγάλη ακμή, διέθετε αξιόλογη περιουσία, αποτέλεσε το πνευματικό και κοινωνικό κέντρο της περιοχής και χρηματοδοτούσε τη λειτουργία σχολείων. Τον 19ο αιώνα η περιουσία της απαλλοτριώθηκε από τους Τούρκους, οι εγκαταστάσεις της λεηλατήθηκαν από Τουρκαλβανούς, ενώ το 1897 καταστράφηκε από σεισμό.
Το συγκρότημα αποτελείται από ψηλά, τριώροφα κτήρια κελλιών που σχηματίζουν περίβολο. Είναι κτισμένα με αξιοθαύμαστο τρόπο, ενσωματώνοντας τους βράχους σε αρκετά σημεία, διαμορφώνοντας πολλά επίπεδα που επικοινωνούν μεταξύ τους με σκάλες. Στην ανατολική πλευρά, στην άκρη του βράχου, ακριβώς επάνω από τον ποταμό, στέκει το καθολικό. Ο ναός είναι μικρός, μονόχωρος, με ελλειψοειδή τρούλο και ο νότιος τοίχος του εξωτερικά είναι διακοσμημένος με κεραμοπλαστικό διάκοσμο. Εσωτερικά είναι κατάγραφος με τοιχογραφίες που σύμφωνα με την κτητορική επιγραφή έγιναν το 1673 από τους αγιογράφους Ιωάννη, Δημήτριο και Γεώργιο. Το τέμπλο είναι ξυλόγλυπτο και επιχρυσωμένο. Το ανώτερο τμήμα του ανήκει στην αρχική κατασκευή, που χρονολογείται στον 17ο αιώνα, ενώ το κατώτερο είναι έργο του 19ου αιώνα.
Στο συγκρότημα υπάρχουν ακόμη τράπεζα, μαγειρείο, υπόγεια κελάρια, ενώ μερικά από τα κελλιά είναι κτισμένα μέσα στις σπηλιές. Στο ψηλότερο σημείο βρίσκεται το ηγουμενείο, διακοσμημένο με φυτικές παραστάσεις από τον Χιονιαδίτη ζωγράφο Γ. Αναστασίου το 1874. Ψηλότερα από τα κτίσματα, στην κορυφή ενός βράχου, δεσπόζει το πετρόκτιστο κωδωνοστάσιο.
Η μονή παλαιότερα ήταν ανδρική, αλλά σήμερα δεν είναι σε λειτουργία.