Γράφει ο Σταύρος Γουλούλης
Δρος Βυζαντινής Τέχνης
Μία διάσταση της Πεντηκοστής ως ιστορικού γεγονότος είναι η μουσική! Συγκεντρωμένοι στο Υπερώο οι «Πάντες» (2.1), κάπου 120 όπως απαριθμήθηκαν μία προηγούμενη ημέρα, με τον Πέτρο ως εκπρόσωπο του Χριστού να τους ενώνει, θα βίωναν την εμπειρία της Πεντηκοστής, ένα ιδιαίτερα έντονο συμβάν στο εσωτερικό του Οίκου, που αμέσως έγινε δημόσιο. Ξαφνικά ένιωσαν κάτι απότομο, άκουσαν έναν βαθύ ήχο, όπως ένας βίαιος άνεμος: «εκ του ουρανού ήχος ώσπερ φερομένης πνοής βιαίας και επλήρωσεν όλον τον οίκον». Τα μάτια τους θάμπωναν φωτιές, εμφανίστηκαν «γλώσσαι ωσεί πυρός». Κι αμέσως «επλήσθησαν Πάντες Πνεύματος αγίου και ήρξαντο λαλείν ετέραις γλώσσαις…». Η μεταξύ τους ενότητα, έγινε αίσθηση ενότητας με όλον τον κόσμο!
Η εμπειρία αυτή δεν μπορεί να περιγραφεί αλλιώς. Κατανοείται με την αναλογική σκέψη, όπως δείχνει η χρήση των επιρρημάτων «ώσπερ» και «ωσεί». Οσον αφορά στη γλωσσολαλία, ο Ελληνορωμαίος Λουκάς αποφεύγει μία λογική ερμηνεία της. Ο δε Πέτρος στο κήρυγμα που ακολούθησε, απλώς συνδέει τον αποκεκαλυμμένο οντολογικό θείο παράγοντα, το Πνεύμα του Θεού, με την προφητεία του Ιωήλ (2.17-21, Ιωήλ 3.1-5). Η διήγηση είναι λιτή χωρίς τη συγκινητική ή και ενθουσιαστική πλευρά της εμπειρίας, παραλείποντας το σύνολο των εκδηλώσεων, που οπωσδήποτε θα είχε διάρκεια: έντονους ήχους, φως σαν από καιόμενες λαμπάδες, και άνοιγμα του οίκου στο κοινό ή έξοδο των παρισταμένων στους διερχομένους ή γείτονες με διάλογο και αγόρευση του Πέτρου! Εξωτερικά βλέποντας υπάρχουν οπωσδήποτε αναλογίες σε αυτό που εμείς αποκαλούμε οπτικοακουστικό φαινόμενο. Εσωτερικά μόνον όσοι την έζησαν θα κατενόησαν.
Την εικόνα της ευωχίας υποδηλώνουν οι αντιδράσεις περιοίκων ότι είναι «γλεύκους μεμεστωμένοι» (Πρ. 2.13), δηλαδή ότι ήπιαν κρασί, σαν σε γιορτή, και ‘κεφάτοι’ δόξαζαν, όλοι οι Παρόντες, «ταις ημετέραις γλώσσαις τα μεγαλεία του Θεού» (Πρ.2.11), με μια φωνή σε διάφορες γλώσσες, συμφωνώντας μεταξύ τους, ενθουσιασμένοι.
Αραγε δεν τραγουδούσαν ιερά άσματα, ψαλμούς; Πώς ερμηνεύονται τα ψαλμικά χωριά που ο Πέτρος παραθέτει στην εναρκτήριο ομιλία του, όλα του βασιλέα Δαβίδ; [1. (2.25-28=Ψαλμ.15.8-11, 2. (2.31=Ψαλμ.16.10), 3. (2.30-31=Ψαλμ.132.11), 4. (2.34-34=Ψαλμ. 2.9).] Προφανώς όλα αναφέρονται σε μία αναγόρευση νέας Βασιλείας. Επομένως τι θα εμπόδιζε πράγματι να έψαλλαν τέτοια άσματα, ψαλμούς, ακόμη και τα ίδια που σχολιάζει ο Πέτρος; Μήπως δεν έψαλαν το «Ωσαννά» όταν γινόταν η θριαμβική είσοδος του Χριστού ως βασιλέα στην Ιερουσαλήμ;
Επομένως λανθάνει ένα είδος αυθόρμητης σκηνοθεσίας μετά ‘μουσικής’, μία στοιχειώδης δραματοποίηση, τελετουργική εκδήλωση, που επενδύεται εκφραστικά από τον συγγραφέα για να δώσει μία εικόνα. Δεν μπορούμε να φανταστούμε παραφωνίες, κραυγές που αν μη τι άλλο εκφράζουν υστερία, απωθημένα, όπως συμβαίνει π.χ. σε μοντέρνες μουσικές της μετά-ροκ εποχής. Οι Εβραίοι γενικώς έκαναν δημόσιες τελετουργικές εμφανίσεις, γι’ αυτό και ο Χριστός τους χαρακτηρίζει «υποκριτές», ηθοποιούς (Μτ. 6.2-16). Εξάλλου ο πεζός λόγος στην αρχαία ελληνική δεν απείχε από τον ποιητικό ως προσωδιακός, μουσικός.
Οπως και να συνέβη εκείνη την εγκαίνιο ημέρα, η συνεκφορά τόσων ανθρώπων πρέπει να αποδίδει μία πρώτη «συμφωνία» της Εκκλησίας και με την κυριολεκτική σημασία της λέξεως, με κάποια ηχητικά στοιχεία, ύμνους ψαλμών, χωρία σε ξένες γλώσσες, χωρίς βέβαια να τα φανταστούμε σαν ιταλική όπερα. Μάλλον το αντίθετο από ό,τι οι Ιταλοί νόμιζαν, ότι τραγουδώντας άριες αναβίωναν το αρχαίο ελληνικό έμμετρο δράμα. Με τους οκτώ ήχους της ελληνικής μουσικής τους οποίους κληρονόμησε η βυζαντινή μουσική, δεν ακροβατεί όπως η δυτική, αγγίζει όμως καίρια την καρδιά. Η Πεντηκοστή, τα άμεσα παρεπόμενά της, ήταν θέμα καρδιάς και νου. Οι λέξεις του φαινομένου της γλωσσολαλίας με νέο νόημα αποδίδουν και νέον ήχο. Ιδια πάλλεται το στόμα, η γλώσσα, στη λέξη «αγάπη» αν κάποιος αγαπά, ίδιο αν δεν αγαπά;
Το περιβάλλον αυτό αποδίδει εικαστικά η γνωστή παράσταση «Ρίζα Ιεσσαί», που αναπτύσσεται σε πιο σύνθετη μορφή τον 13ο αι. ως νέα Πεντηκοστή, ένα σχολείο, εξού και η παρουσία των φιλοσόφων, οι οποίοι πρώτοι εμβάθυναν στη σημασία των λέξεων. Μέσα σε πλούσιο βλαστικό περιβάλλον, που συμβολίζει την επιστροφή στην αγνή ζωή της υπαίθρου, ο προφητάναξ Δαβίδ κρατώντας τη λύρα τραγουδά, συμπαρασύροντας όλους τους παρευρισκόμενους (προπάτορες του Χριστού, προφήτες, φιλοσόφους), οι οποίοι κρατούν ειλητά, το περιεχόμενο των οποίων αναλύουν, εκφωνώντας ο καθένας το δικό του κείμενο.
Την αρχέγονη αυτή εικόνα μπορούμε να δούμε σήμερα σε αυτοσχέδιες συναυλίες, σε παρέες φίλων, με σολίστα μουσικό (οργανοπαίκτη, τραγουδιστή ή και τα δύο). Είναι κεντρικό πρόσωπο που σκορπίζει καλοπροαίρετα λουλούδια αγάπης σε όλους, οι οποίοι αβίαστα τον συνοδεύουν όπως μπορούν, νιώθουν τη μουσική του, χωρίς ενίοτε να κατανοούν τους στίχους, γραμμένους σε άλλη γλώσσα. Πρόκειται λοιπόν για μία απλή πράξη, μία παρέα, αλλά στον καθημερινό βίο είναι το καλύτερο σύμβολο-μίμηση Πράξεως τελείας: η ενότητα της κοινωνίας σε μια καρδιά και μια ψυχή.