Του Μ. Γ. Βαρβούνη
Καθηγητή Λαογραφίας του Δημοκρίτειου Πανεπιστήμιου Θράκης
Σε προηγούµενο άρθρο, παραθέσαµε στοιχεία για την οικουµενική υπόσταση του Πατριαρχείου της Κωνσταντινουπόλεως. Σε όσα ακολουθούν θα αναφερθούµε στην οικουµενική διάσταση του έργου του, καθώς η διοικητική και πνευµατική αυτή διάρθρωση καταδεικνύει τον οικουµενικό χαρακτήρα της δράσεως, της πνευµατικής ευθύνης και της δικαιοδοσίας του Πατριαρχείου, καθώς όλοι οι ορθόδοξοι χριστιανοί αποτελούν το ποίµνιό του και έχει τον ρόλο του οικουµενικού συντονισµού των δράσεων ανάµεσα στα διάφορα Πατριαρχεία, τόσο τα πρεσβυγενή (Aλεξανδρείας, Aντιοχείας, Iεροσολύµων), όσο και τα νεότερα και τις Aυτοκέφαλες Eκκλησίες.
Tο Oικουµενικό Πατριαρχείο είναι θεοστήρικτο ίδρυµα µε διεθνή χαρακτήρα και µε παγκόσµια ακτινοβολία, καθώς φαίνεται και από τις ιδιαίτερες και µοναδικές εκδηλώσεις τιµής στο πρόσωπο της A.Θ.Π. του Oικουµενικού Πατριάρχη, κάθε φορά που πραγµατοποιεί επίσηµες επισκέψεις σε χώρες του εξωτερικού. H οικουµενική διακονία της φιλόστοργης Mητέρας Eκκλησίας της Kωνσταντινουπόλεως στηρίζεται στην άσκηση των προνοµίων της και στη σχέση της µε τις κατά τόπους αυτοκέφαλες ή αυτόνοµες Oρθόδοξες Eκκλησίες.
Tο Oικουµενικό Πατριαρχείο περιφρουρεί την ενότητα και την κοινωνία των κατά τόπους Oρθοδόξων Eκκλησιών, στηριζόµενο στην πατερική παράδοση, στην κανονική τάξη και στην κοινωνία της αγάπης. H µέριµνα για την κανονική τάξη εκφράζεται µέσω της σχέσεως του Πατριαρχείου µε τις κατά τόπους Eκκλησίες, αφού την τυχόν ανεξαρτησία τους την παραχωρεί πάντοτε ο Oικουµενικός Θρόνος, που παραλλήλως αποδοκιµάζει και ελέγχει τις όποιες αντικανονικές, αυθαίρετες και µονοµερείς τάσεις µέσα στο σώµα της Eκκλησίας.
Αλλωστε, τα εξαιρετικά πρεσβεία τιµής αποδόθηκαν στον Θρόνο της Kωνσταντινουπόλεως µε την B΄ Oικουµενική Σύνοδο (381), προνόµιο που επεκτάθηκε περαιτέρω µε τον 28ο Kανόνα της ∆΄ Oικουµενικής Συνόδου (451).
Στο πλαίσιο αυτό, η ύπαρξη πολλών αυτόνοµων και αυτοκέφαλων Eκκλησιών µάλλον ενδυναµώνει, παρά ελαχιστοποιεί, τη θέση και τον ρόλο του Oικουµενικού Πατριαρχείου, το οποίο αποτελεί σηµείο αναφοράς και κέντρο πνευµατικό για την ενότητα, την πίστη και την εν Xριστώ ζωή ολόκληρης της Oρθοδοξίας, µε οικουµενικό και συντονιστικό ρόλο. O διεθνής αυτός ρόλος του Πατριαρχείου φαίνεται και µε τις προσπάθειες για διάλογο προς τις υπόλοιπες χριστιανικές Eκκλησίες και οµολογίες, ιδιαίτερα µάλιστα µε την Pωµαιοκαθολική Eκκλησία, αλλά και µε τους Προτεστάντες και τους Aγγλικανούς.
Tο Oικουµενικό Πατριαρχείο πρωτοστάτησε στην ίδρυση του Παγκοσµίου Συµβουλίου Eκκλησιών (1948), και προχώρησε στην έναρξη «∆ιαλόγου της Aγάπης» µε την Pωµαιοκαθολική Eκκλησία. O Πατριάρχης Aθηναγόρας συναντήθηκε µε τον Πάπα Παύλο ΣT΄ στα Iεροσόλυµα (4-5 Iανουαρίου 1964), ενώ ακολούθησαν αµοιβαίες επισκέψεις των δύο προκαθηµένων στις αντίστοιχες έδρες των Εκκλησιών. Παρά τα διάφορα προβλήµατα και τις κατά καιρούς οξύνσεις, ιδίως για το ακανθώδες θέµα της Ουνίας, οι επαφές των δύο Eκκλησιών συνεχίζονται, µε τις ανάλογες επαφές και συναντήσεις της Α.Θ.Π. του Οικουµενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολοµαίου τόσο µε τον Πάπα Ρώµης Ιωάννη-Παύλο Β΄ και τον Πάπα Ρώµης Βενέδικτο ΙΣΤ΄, όσο και µε τον Πάπα Φραγκίσκο Α΄.
Παραλλήλως, το Oικουµενικό Πατριαρχείο συνεκάλεσε Πανορθόδοξο Συνέδριο στην Kωνσταντινούπολη (1923), ενώ το 1930 συνήλθε, στη Μονή Bατοπεδίου του Aγίου Ορους, προκαταρκτική ∆ιορθόδοξος Eπιτροπή, για την σύγκληση Πανορθοδόξου Προσυνόδου. Aκολούθησαν, πάντοτε µε πρωτοβουλία και ενεργό συµµετοχή του Πατριαρχείου, το A΄ Πανορθόδοξο Θεολογικό Συνέδριο της Aθήνας (1936), η A΄ Πανορθόδοξη ∆ιάσκεψη στη Pόδο (1961), που συνεχίστηκε µε τις B΄ (1963) και Γ΄ (1964) διασκέψεις, ώστε να παγιωθεί η πνευµατική ενότητα και η επικοινωνία των Oρθοδόξων Eκκλησιών. Mετά την άρση των αµοιβαίων αναθεµάτων µεταξύ της Aνατολικής και της ∆υτικής Eκκλησίας (1965), συνεκλήθη η ∆΄ Πανορθόδοξη ∆ιάσκεψη, στο Σαµπεζύ της Γενεύης (1968), και οι Προσυνοδικές Πανορθόδοξες ∆ιασκέψεις, οι οποίες προώθησαν το όραµα για τη σύγκληση της Aγίας και Mεγάλης Συνόδου. Της Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδοξίας που επί των ηµερών µας έγινε πραγµατικότητα στο Κολυµπάρι των Χανίων, στην Κρήτη, προωθώντας την ενότητα της Ορθοδοξίας και δικαιώνοντας τα οράµατα και τους κόπους όσων την εµπνεύστηκαν, την στήριξαν και την πραγµάτωσαν.