Του Γεώργιου Αθ. Τσούτσου
Η έναρξη του σχολικού έτους σε συνδυασμό με τις εκλογές της 20ής Σεπτεμβρίου επανέφεραν –όπως είναι φυσικό– το ενδιαφέρον για την Παιδεία και την εκπαιδευτική πολιτική.
Η προεκλογική συνέντευξη του υπουργού Παιδείας της απελθούσας κυβέρνησης, κ. Αριστείδη Μπαλτά (orthodoxia.info 9/9) περιέχει ορισμένα στοιχεία τα οποία μπορούν να οδηγήσουν σε μια βαθύτερη σύγκλιση απόψεων μεταξύ των κομμάτων αλλά και με την κοινωνία ως προς το θέμα της χριστιανικής Παιδείας, η οποία πρέπει να απευθύνεται προς όλους, ανεξαρτήτως φρονημάτων, σε αντίθεση με τις θεολογικές σπουδές και την εκκλησιαστική εκπαίδευση, η οποία αφορά την παροχή εξειδικευμένης γνώσης σε ειδικές κατηγορίες μαθητών ή φοιτητών.
Ως προς το μάθημα των Θρησκευτικών, ο κ. Μπαλτάς δήλωσε ότι «η Αριστερά (…) δεν θα αλλάξει τον υποχρεωτικό χαρακτήρα του μαθήματος, αλλά και θα φροντίσει το μάθημα να ισορροπήσει μεταξύ της ανάγκης να διδάσκεται η Ορθόδοξη θρησκεία και παράδοση αλλά και της ανάγκης τα παιδιά μας να μαθαίνουν τι πρεσβεύουν άλλες θρησκείες». Προσθέτει, μάλιστα, ότι «τη γνώση πρέπει να τη λαμβάνουν με σεβασμό στις άλλες θρησκείες και όχι με κηρύγματα μίσους ή υποτίμησης ή προσβολών».
Δεν νομίζω να υπάρχει αντίρρηση επ’ αυτών. Επιπλέον, όμως, όπως παρατηρεί ο Ευάγγελος Παπανούτσος στο βιβλίο του «Φιλοσοφία και Παιδεία», η χριστιανική Παιδεία αφορά όχι μόνο την Ελλάδα, αλλά και την Ευρώπη, και συνδέεται όχι μόνο με την έννοια της διδασκαλίας της χριστιανικής πίστεως, αλλά και με την έννοια του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Το εκπαιδευτικό σύστημα της παπικής Εκκλησίας με τον ανελεύθερο χαρακτήρα του εξυπηρετούσε πολιτικές σκοπιμότητες. Όμως η Ευρώπη, σύμφωνα με τον Παπανούτσο, πρέπει να συνθέτει την ελληνική και χριστιανική της πλευρά, διότι «ο Ελληνισμός και ο Χριστιανισμός, με όλα τα λογικά και κοινωνικά παρεπόμενά τους, είναι τα δύο μεγάλα ρεύματα του ευρωπαϊκού πολιτισμού: άλλοτε διασταυρώνονται και ενώνουν τα νερά τους και άλλοτε πάλι διαχωρίζονται και ρέουν παράλληλα για ν’ αναμειχθούν παρακάτω».
Η Ευρώπη, σύμφωνα με τον Παπανούτσο, πρέπει να συνθέτει την ελληνική και χριστιανική της πλευρά, διότι «ο Ελληνισμός και ο Χριστιανισμός, με όλα τα λογικά και κοινωνικά παρεπόμενά τους, είναι τα δύο μεγάλα ρεύματα του ευρωπαϊκού πολιτισμού
Ο Παπανούτσος υποστηρίζει ότι η δημοκρατική και χριστιανική Ευρώπη του τέλους του18ου και των αρχών του 19ου αιώνα είναι αφενός η Ευρώπη με κοινωνικό προσανατολισμό τον λαό και αφετέρου η Ευρώπη της κοινωνικής ισότητας με βάση τα λόγια του Χριστού ότι «όλοι είμαστε αδέλφια, αφού είμαστε παιδιά του ίδιου πατέρα, του Θεού». Η αρχαία ελληνική κληρονομιά οδηγεί προς τη διάκριση των ολίγων από τους πολλούς με την αρχική έννοια του όρου «αριστοκράτης». Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η σύνθεση των δύο επιρροών καλλιεργεί το άριστο παιδαγωγικό ήθος. Και ο ίδιος, βεβαίως, ο Παπανούτσος, δεν ήταν αμέτοχος ανθρωπίνων αδυναμιών και κατά τη διάρκεια της Μεταπολιτεύσεως υπερέβαλε, ζητώντας την κεφαλή επί πίνακι των πολιτικών του αντιπάλων και συμπράττοντας άθελά του στην υποβάθμιση της Παιδείας, λόγω της κομματικοποίησης που υπέστη μετά την πτώση της δικτατορίας.
Ο Γ. Μπαμπινιώτης, αναφερόμενος στον μεταπολιτευτικό διασυρμό του ελληνοχριστιανικού εκπαιδευτικού ιδεώδους, υποστηρίζει σε προσφώνησή του στον εορτασμό της εορτής των Τριών Ιεραρχών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών το 2002 ότι τούτο οφείλεται στο γεγονός ότι «παρασυνδέθηκε μ’ έναν έντονο συντηρητισμό στην εκπαιδευτική πράξη και ως όρος απαξιώθηκε συγκυριακά όταν χρησιμοποιήθηκε προπαγανδιστικά στη δικτατορία του Παπαδόπουλου ως εθνικιστικό σύνθημα…».
Αναμφίβολα, το ελληνοχριστιανικό ιδεώδες χρησιμοποιήθηκε ευρύτατα ως προπαγανδιστικό σύνθημα όχι μόνο από τη δικτατορία, αλλά γενικότερα, και το ίδιο συνέβη με εκείνους που το αμφισβήτησαν επί τη βάσει αντίστοιχων πολιτικών υπολογισμών. Όπως, όμως, παρατηρεί ο Ν. Τζιράκης στο βιβλίο του για τον Μέγα Βασίλειο και τον Ελληνισμό κατά την πραγματεία του Μεγάλου Βασιλείου, πώς είναι δυνατόν «καθολικά μεγέθη, όπως ο Χριστιανισμός (ως Αποκάλυψη) και ο Ελληνισμός (ως έκφραση οικουμενικών και διανθρώπινων αξιών (…) να φθαρούν από την όποια κακή χρήση ή κατάχρησή τους είτε από άτομα είτε από ομάδες ατόμων στο περιορισμένο πλαίσιο μιας χωροχρονικής συγκυρίας». Το περιεχόμενο της χριστιανικής Παιδείας, οριζόμενο με όρους πολιτισμού, δικαιώνει τη ρήση ότι «η γνώση είναι όπλο» για την αλλαγή των κακώς κειμένων.