Του Κώστα Τζίμα
Με λουκέτο απειλείται μία από τις σημαντικότερες μητροπόλεις της Αμερικής λόγω ελλείψεως κονδυλίων προκειμένου να καλυφθούν τα λειτουργικά έξοδάτης.Ο λόγος για την μητρόπολη της Βοστώνης, για την σωτηρία της οποίας ο μητροπολίτης κ.Μεθόδιος απέστειλε επιστολή προς τους ιερείς και τα κοινοτικά συμβούλια των ελληνικών κοινοτήτων.Ανάμεσα στα άλλα, ο κ. Μεθόδιος γράφει πως «ίσως περισσότερο από άλλη φορά στη σύγχρονη ιστορία, χρειαζόμαστε ιδιαίτερα την υποστήριξη, την καθοδήγηση και την προστασία της Ορθόδοξης Χριστιανικής Πίστης μας μέσω των διακονιών της Εκκλησίας.
Πρέπει να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να μεταγγίσουμε την κληρονομιά της πίστης μας, τις παραδόσεις και τις αξίες της στα παιδιά μας και στις μελλοντικές γενιές. Δεν υπάρχει άλλη ελπίδα για σωτηρία από εκείνη εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών».
Επίσης ο ιεράρχης τονίζει ότι «επί πλέον με τις προκλήσεις σε μερικές κοινότητές μας σ’ αυτό το έτος, χτυπηθήκαμε επίσης δυνατά από την οικονομική κρίση στην Αρχιεπισκοπή. Αποτέλεσμα αυτής της σοβαρής εθνικής κατάστασης είναι η Μητρόπολή μας να μην έχει λάβει καμία χρηματοδότηση για τη λειτουργία της κατά τη διάρκεια του έτους 2017. Συνεπώς, ολόκληρος ο λειτουργικός μας προϋπολογισμός πρέπει να πραγματοποιηθεί τοπικώς μέσω της γενναιόδωρης υποστήριξης των πιστών μας».
Η τραγική κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η μητρόπολη ανάγκασε τον κ.Μεθόδιο να ζητά ακόμα από τους ιερείς και προέδρους να εγγράψουν κι άλλους δωρητές. Οι ομογενείς της Αμερικής τα τελευταία δύο χρόνια προσπαθούν να στηρίξουν τις Ορθόδοξες μητροπόλεις αξιώνοντας παράλληλα την παραίτηση του Αρχιεπισκόπου Δημήτριου τον οποίο κατηγορούν για την σημερινή δεινή οικονομική θέση που βρίσκονται.
Με τους ομογενείς τάσσεται και ο καθηγητής και συγγραφέας, Νταν Γεωργακάς (DanGeorgakas), με άρθρο του στον «TheNationalHerald», υπό τον τίτλο «TheCrisisFacingGreekOrthodoxyinAmerica», ο οποίος σε άρθρο του αναφέρει:
«Η ραχοκοκαλιά της Ομογένειας μέχρι σήμερα ήταν η Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία. Τα επίσημα στοιχεία δείχνουν ότι τις τελευταίες δεκαετίες υπήρχε μια πτώση 40% σε Ορθόδοξους γάμους και βαφτίσεις και μία παρόμοια, σε αντίστοιχο διάστημα, αύξηση σε κηδείες».
Το 1976, κοντά στην κορύφωση του Δεύτερου Κύματος μετανάστευσης (1965-1980), υπήρχαν περισσότερα από 250.000 Ορθόδοξα νοικοκυριά. Σήμερα, ο αριθμός είναι περίπου 190.000, μία πτώση περί το 27%.
Λίγες ενορίες μεγάλωσαν, αλλά πολύ περισσότερες εκκλησίες έκλεισαν, από όσες άνοιξαν. Ο αριθμός των μαθητών κοινοτικών σχολείων μειώθηκε δραστικά. Το χρόνιο έλλειμμα ιερέων επιδεινώνει την κατάσταση.
Μερικά χρόνια πριν, ο Αρχιεπίσκοπος Δημήτριος, ανακοίνωνε πως η Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία στην Αμερική δεν είναι πια μία Εκκλησία μεταναστών. Πράγματι, η μετανάστευση τα τελευταία 50 χρόνια ήταν πενιχρή με 1.000-2.000 άτομα ετησίως, μία εισροή που αντισταθμίστηκε με έναν αντίστοιχο αριθμό όσων επέστρεφαν στην Ελλάδα.
Παρά την οικονομική κρίση στην Ελλάδα, που είχε ως συνέπεια περί το μισό εκατομμύριο Ελληνες να μεταναστεύσουν σε ΕΕ και Αυστραλία, μερικές μόνο χιλιάδες ήρθαν στην Αμερική.
Οι περισσότεροι που στράφηκαν στην Ελληνική Ορθοδοξία είναι μη Ελληνες σύζυγοι και μη Ελληνίδες νύφες που παντρεύτηκαν Ελληνοαμερικανούς. Η Εκκλησία καλωσορίζει αυτές τις περιπτώσεις, αλλά δεν έχει εντατική πολιτική στο να προσελκύσει μη Ελληνες. Υπό αυτή την έννοια, παραμένει πρωταρχικά ένα εθνικός θεσμός.
Επί του παρόντος οι γάμοι Ελλήνων με μη Ελληνες είναι τουλάχιστον στο 80%. Η δυναμική αυτή δεν έχει να κάνει με «γονική αποτυχία». Η Ομογένεια αποτελεί απλά μέρος της δημογραφικής παλίρροιας που επηρεάζει όλη την αμερικανική κοινωνία.
Τα επόμενα 20 χρόνια, αυτή η επιταχυνόμενη τάση θα έχει ως αποτέλεσμα η πλειοψηφία των Ελλήνων να ζουν σε πολυεθνικά νοικοκυριά με διάφορες θρησκευτικές παραδόσεις.
Οι νέοι που θα μεγαλώνουν σε αυτές τις οικογένειες δεν θα θέτουν προνομιακά την Ορθοδοξία ως θρησκευτική επιλογή. Ισως να μην είναι σίγουροι αν θα θέλουν και να θεωρούνται Ελληνες.
Αυτή η νέα δημογραφική πραγματικότητα αποτελεί απειλή για την Εκκλησία, αλλά είναι επίσης μία ευκαιρία για πραγματική ανάπτυξη. Για να συμβεί αυτό, ωστόσο, η Εκκλησία χρειάζεται ακτιβισμό -ενεργητική προσέγγιση- και όχι παθητική ηγεσία.
Η ακτιβιστική προσέγγιση της ηγεσίας δεν έχει υπάρξει από τότε που ο Αρχιεπίσκοπος Ιάκωβος αναγκάστηκε να παραιτηθεί το 1996. Η συνεπής πολιτική του Ιακώβου ήταν να «ενσωματώσει» την Ορθοδοξία χωρίς να υποχωρήσει αυτή από τον Ελληνισμό της.
Η σπουδαιότερη στιγμή του Ιακώβου ήταν όταν περπάτησε με τον MartinLutherKing (Μάρτιν Λούθερ Κινγκ) στη Σέλμα. Η ενέργεια αυτή περιείχε και σημαντικό προσωπικό κουράγιο. Λευκοί ακτιβιστές που είχαν σχέση με την πορεία δολοφονήθηκαν και οι δυνάμεις επιβολής του νόμου της Αλαμπάμα, καθώς και εθνικιστικές ομάδες προσπάθησαν να τη σταματήσουν με τη βία.
Ως ψηλός άντρας, φορώντας μαύρα ράσα, ο Ιάκωβος θα ήταν ιδανικός για ελεύθερους σκοπευτές. Ο Κινγκ, τον οποίο ο Ιάκωβος γνώριζε από αρκετά εκκλησιαστικά συνέδρια, είπε πως κατανοούσε αν ο Ιάκωβος ήθελε να αποχωρήσει.
Ο Ιάκωβος πίστευε πως οι περισσότεροι Ελληνοαμερικανοί δεν ήταν εχθρικοί προς τους Αφροαμερικανούς που απαιτούσαν τα πλήρη πολιτικά τους δικαιώματα, αλλά ότι οι Ελληνοαμερικανοί ήταν απρόθυμοι να ρισκάρουν τη δική τους κατάσταση στην κοινωνία, σε κάτι που έμοιαζε με πόλεμος άλλων.
Πολλοί συνάδελφοι, συμβούλεψαν τον Ιάκωβο να μην κάνει την πορεία, ειδικά αφότου έλαβε απειλές για τη ζωή του. Αυτό που ήταν καθοριστικό για τον ίδιο, ήταν πως ηγεσία σήμαινε διαμόρφωση και προώθηση θέσεων βάσει της αξίας τους και όχι το βαθμό δημοτικότητάς τους.
Αντί να απουσιάσει από την πορεία, επέλεξε, κυριολεκτικά να προχωρήσει χέρι-χέρι με τον Κινγκ στην πρώτη σειρά. Ηταν ο πιο υψηλόβαθμος Χριστιανός επίσημος που το έπραξε, καθώς κανείς Καθολικός ή Επισκοπικός ανώτατος ιερέας δεν έπραξε το ίδιο.
Η παρουσία του ήταν τόσο επιβλητική ώστε παρουσιάστηκε στο εξώφυλλο του περιοδικού «Life». Ποτέ πριν, ή έκτοτε, ένας Ορθόδοξος ηγέτης δεν έχει αντιμετωπιστεί ως πνευματικός ηγέτης που εμπνέει, από την πλειοψηφία των Αμερικανών.