Του Πρωτοπρεσβύτερου Χρίστου Κυριακόπουλου
Ο Αύγουστος όλος είναι της Παναγίας, είναι ο κατεξοχήν θεομητορικός μήνας. Οι παρακλήσεις, η Κοίμησις την 15ην, η Μετάστασις μετά τριήμερον, η Απόδοσις της εορτής της Κοιμήσεως την 23ην, η κατάθεσις της Τιμίας Ζώνης την 31ην. Η Κοίμησις της Θεοτόκου συνιστά ένα υπερκόσμιον γεγονός. Ως νέα Εύα, η Παναγία διά της μεταστάσεώς της άνοιξε τον Παράδεισον. Αναφέρει ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός: «Συ μακαρία θύγατερ… τα του θανάτου διέρρηξας σπάργανα· ….και πως θανάτου γεύση, η άχραντος; Σοι προς ζωήν γέφυρα, και κλίμαξ προς ουρανόν· και προς αθανασίαν ο θάνατος πορθμείον γενήσεται. Όντως μακαρία συ, παμμακάριστε» (PG 96,733B-C).
Είναι καταιγιστικός σε υπερφυά γεγονότα ο Δεκαπενταύγουστος. Έλαβε μηνύματα η Θεοτόκος υπό του Υιού της και Θεού της και Θεού ημών Ιησού Χριστού διά την Κοίμησίν της. Θεία σημεία πλαισιώνουν την Κοίμησίν της: η διά νεφελών σύναξις των αγίων Αποστόλων· η εν μέσω αγγέλων παρουσία του Ιησού Χριστού, ο οποίος εικονίζεται να παραλαμβάνει την ψυχήν της Παναγίας, ως απάντησις εις την πρόσκλησίν της: «Απόστολοι εκ περάτων, συναθροισθέντες ενθάδε, Γεθσημανή τω χωρίω κηδεύσατέ μου το σώμα· και συ Υιέ και Θεέ μου, παράλαβέ μου το Πνεύμα» (Εξαποστειλάριον της εορτής). Η ψυχή της Παναγίας εχωρίσθη διά τρεις ημέρας από το σώμα και δεν εκρατήθη εις τον Άδη, διότι παρελήφθη υπό του Ιησού Χριστού, διότι είναι η Παναγία, η μήτηρ του Θεού και Λόγου του σαρκωθέντος εις την κοιλίαν της, η μήτηρ της ζωής των ανθρώπων. Ετελέσθη η κηδεία του σώματος της Παναγίας με αποστολικούς και αγγελικούς ύμνους και εναπετέθη εις τον τάφον της Γεθσημανή. Το σώμα της είχε περιτυλιχθεί με σινδόνην και οθόνια όπως του Ιησού Χριστού.
Μάρτυρες της Κοιμήσεως και Μεταστάσεως υπήρξαν οι Απόστολοι. Επί τριήμερον παρέμειναν οι Απόστολοι στον τάφον της Γεθσημανή. Έψαλαν οι Απόστολοι μετά των αγίων αγγέλων υμνούντες τη Θεομήτορα. Περιεφρούρησαν επί τριήμερον τον τίμιον τάφον της Παναγίας, ίνα μη συμβει κάτι το απρόοπτον, λ.χ. κλοπή ή και βεβήλωσις του σώματος της Παναγίας. Γνωρίζουμε προσέτι και την υπό Θωμά του αποστόλου ψηλάφησιν του γεγονότος της αναστάσεως και μεταστάσεως του σώματος της Θεοτόκου: Μετά τριήμερον έπαυσεν η αγγελική και αποστολική υμνωδία. Τότε αρπαγείς υπό νεφέλης ήλθεν ο Θωμάς, ο οποίος εκρατούσε την αγίαν Ζώνην της Θεοτόκου, την οποίαν του έρριψεν η Παναγία αναλαμβανομένη, διερχομένου του Θωμά από την κορυφήν Γαλακτίωνος και Επιστήμης, απέναντι από την κορυφήν νομοδοσίας Σινά. Όπως αναφέρουν οι Πατέρες, εζήτησεν ο Θωμάς να προσκυνήσει το σώμα της Παναγίας. Άνοιξαν τον τάφον και ευρέθησαν όπως εις τον τάφον του Χριστού «τα οθόνια κείμενα μόνα», μη περιέχοντα το άχραντον σώμα της Παναγίας.
Ως προς το ζήτημα της αναστάσεως ή μεταστάσεως της Παναγίας: τι λέγουν οι άγιοι Πατέρες; Υμνείται η υπέρβασις της φθοράς· άφθαρτον το σώμα της Παναγίας εις τον τάφον. Ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός λέγει: «Τι τοίνυν το περί σε τούτο μυστήριον ονομάσομεν· θάνατον; … η μακαρία σου ψυχή του πανολβίου και ακηράτου σου χωρίζεται σώματος, και το σώμα νομίμω ταφή παραδίδοται, όμως ουκ εναπομένει εν τω θανάτω, ουδ’ υπό της φθοράς διαλύεται … αδιάλυτον το σώμα πεφύλακται…» (PG 96,716 A-B). Ο Ανδρέας Κρήτης: «Μήτηρ, αυτό τεκούσα το ζην, εφάμιλλον τω τόκω του βίου τέλος προΐσχουσα … θανούσης η σαρξ ου διόλωλεν … ο τάφος την διαφθοράν ου προσήκατο…» (PG 97, 108 C-D). Επίσης, ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός: «…ου θάνατον την ιεράν σου μετάστασιν λέξομαι, αλλά κοίμησιν ή εκδημίαν. Εκδημούσα γαρ του σώματος, ενδημείς προς τα κρείττονα» (PG 96, 716 C).
Παρουσιάζεται να λέγει προς τον Υιόν της η Παναγία: «Σοι το εμόν σώμα και ου τη γη παραδίδωμι. Φύλαξον σώον ο κατοικήσαι ηυδόκησας, και γεννηθείς παρθένον ετήρησας. Προς σε μετάστησον, ίν’ όπου ει συ, των εμών σπλάχνων το κύημα, έσομαι καγώ σοι συνέστιος.» (Ιω. Δαμασκηνός P.G. 96, 736 C). Ο Ανδρέας Κρήτης συνεχίζει: «Η το ζην προξενήσασα, προς παλίνζωον ανατρέχει μετάστασιν, και τόπον εισοικίζεται ζωαρχικόν ανάλωτον» (PG 97, 108 C-D)· «ο γαρ τάφος έστηκε μέχρι δεύρο κενός, μαρτυρούμενος και μαρτυρών την μετάθεσιν» (PG 97 Α)· «Σε τάφος έχειν ου δύναται· … Άδης κρατείν ουκ ισχύει σου … Άπιθι τοίνυν, άπιθι συν ειρήνη. Μεταναστεύου των εν κτίσει μονών·… ο σύμπας περιέχει σε κόσμος κοινόν ιλαστήριον (PG 97 B-C).
Το αναστάν σώμα της Θεοτόκου ενώθη με την ψυχήν της Θεοτόκου και ανήλθεν η Θεοτόκος εις ουρανούς, καθήμενη εκ δεξιών του Ιησού Χριστού. Αναφέρει σχετικώς ο Ιω. ο Δαμασκηνός: « Και ούτως το πανάγιον σώμα … τριταίον προς ουρανίους δόμους μετεωρίζεται … ώσπερ το εξ αυτής τω Θεώ Λόγω ενυποστάν σώμα το άγιον και ακήρατον, τη τρίτη ημέρα του μνήματος εξανίστατο, ούτω δη και ταύτην εξαρπασθήναι του τάφου, και προς τον Υιόν την μητέρα μεθαρμοσθήναι (ενωθήναι) … ο γαρ υιός τη μητρί την σύμπασαν κτίσιν κατεδουλώσατο» (P.G. 96, 740 D-741 Α-C). Επομένως, η Παναγία έγινε σύμμορφος της Αναστάσεως και Αναλήψεως του Υιού και Θεού της Ιησού Χριστού, όπως σημειώνει ο Ισίδωρος Θεσσαλονίκης : «Έδει γαρ τη αγαθή μητρί εφ’ άπασι τον καινόν εκμιμήσασθαι Υιόν … ο νέος εκείνης Υιός εις αρχέτυπον τη μητρί προυτέθη…» (PG 139, 160 Α).
Ας δούμε και την παράδοση περί Μεταστάσεως της Θεοτόκου. Μέχρι την Δ΄ Οικουμενικήν Σύνοδον δεν είχεν ασχοληθεί η Πολιτεία και η Εκκλησία με το θέμα αναστάσεως-μεταστάσεως της Παναγίας. Ο Μαρκιανός και η Πουλχερία έκτισαν ναόν της Θεοτόκου και όπως αναφέρει ο Ιω. ο Δαμασκηνός «το ταύτης πανάγιον και θεοδόχον ανεζήτουν σώμα…» (PG 96, 748 Α-Β). Ο αρχιεπίσκοπος Ιεροσολύμων Ιουβενάλιος απήντησε ότι εν Γεθσημανή συνέβη το θείον σημείον αναστάσεως και μεταστάσεως της Θεοτόκου: «Και το μεν σώμα αυτής το πανύμνητον ουδαμώς ευρείν ηδυνήθησαν, μόνα δε αυτής τα εντάφια κείμενα ευρόντες … ο ευδοκήσας … ενανθρωπήσαι εξ αυτής … Θεός Λόγος και Κύριος … ευδόκησε και μετά την εντεύθεν αποβίωσιν, το ταύτης άχραντον και αμίαντον σώμα τη αφθαρσία τιμήσαι, και μεταθέσει προ της κοινής και καθολικής αναστάσεως…» (PG 96, 749 Β). Είναι κοινή Παράδοσις, λοιπόν, της Ορθοδοξίας η κοίμησις και η μετάστασις της Παναγίας. Λέγει ο Γρηγόριος ο Παλαμάς: «ο θάνατος αυτής ζωηφόρος, εις ουράνιον και αθάνατον μεταβιβάζων ζωήν» (ΕΠΕ ΓΡΗΓ. ΠΑΛΑΜΑ ΕΡΓΑ, τόμος 10, σελ. 444 § 6). Ο αυτός: «μόνη γαρ αύτη νυν μετά του θεοδοξάστου σώματος συν τω Υιώ τον ουράνιον έχει χώρον· ου γαρ είχε κατέχειν εις τέλος γη και τάφος και θάνατος ζωαρχικόν σώμα και θεοδόχον, και ουρανού και του ουρανού των ουρανών φίλτερον ενδιαίτημα» (ενθ’ ανωτ. σελ. 446 § 8). Ο αυτός: «Διά τούτο το γεννήσαν εικότως σώμα συνδοξάζεται τω γεννήματι δόξη θεοπρεπεί και συνανίσταται … και παράστασις γίνεται τοις μαθηταίς της εκ νεκρών αυτής αναστάσεως αι σινδόνες και τα εντάφια, μόνα περιλειφθέντα τω τάφω» (ένθ’ ανωτ. σελ. 448 § 9)· «…έχει και τούτο νυν υπέρ πάντας, το μετά θάνατον απαθανατισθήναι, και μόνη μετά σώματος κατ’ ουρανόν συν τω Υιώ και Θεώ διαιτάσθαι» (ο αυτός, σελ. 450 § 11). «… και νυν διά θανάτου προς αθανασίαν χωρήσασα και δικαίως από γης εις ουρανόν μεταστάσα, ως αν εν ουρανίοις σκηνώμασι σύσκηνος είης τούτω (Ιησού Χριστώ) τον αεί χρόνον…» (ένθ’ ανωτ. σελ. 452 § 12). Μετέστη και ανέστη, λοιπόν, η Παναγία Θεοτόκος και είναι ψυχή τε και σώματι εις ουρανούς εκ δεξιών του Ιησού Χριστού και διά τούτο είναι η κατά χάριν μεσίτρια Θεού και ανθρώπων, ουρανού και γης.
Αυτή η θεολογική παρακαθήκη των αγίων πατέρων και των ιερών υμνωδών γεμίζει με άφατον παραμυθίαν τις ψυχές των πιστών χριστιανών και τρέφει την ορθόδοξον προσδοκίαν με ανεξάντλητη αγάπη προς την έχουσαν τα δευτερεία της Αγίας Τριάδος.