Του Παναγιώτη Ι. Μπούμη, Ομότιμου. Καθηγητή Πανεπιστημίου Αθηνών
Στην εγκύκλιο της Ιεράς Συνόδου (Ιανουάριος 2017, Ιανουάριος 2017, σ.σ. 9-10) «Προς τον λαό», «Για την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο της Κρήτης», μεταξύ άλλων, γράφονται και τα εξής σημαντικά: «Αξίζει να σημειωθεί επίσης ότι η Αγία Σύνοδος δεν αναφέρθηκε μόνον στο κύρος των γνωστών Οικουμενικών Συνόδων, αλλά σε αυτήν για πρώτη φορά αναγνωρίστηκαν ως Σύνοδοι “καθολικού κύρους”, δηλαδή ως Οικουμενικές, η Μεγάλη Σύνοδος επί Μεγάλου Φωτίου Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως (879-880), οι επί Aγίου Γρηγορίου του Παλαμά Μεγάλες Σύνοδοι (1341, 1351, 1368) και οι εν Κωνσταντινουπόλει Μεγάλες και Αγίες Σύνοδοι για την αποκήρυξη της ενωτικής Συνόδου της Φλωρεντίας (1438-1439), των προτεσταντικών δοξασιών (1638, 1642, 1672, 1691) και του εθνοφυλετισμού ως εκκλησιολογικής αιρέσεως (1872)».
Επ’ αυτών ας μας επιτραπεί να παρατηρήσουμε ευσεβάστως τα εξής:
1) Αξιοσημείωτο είναι ότι η εγκύκλιος δεν χαρακτηρίζει τη Σύνοδο της Κρήτης ως Οικουμενική. Δεν είχε, άλλωστε, την αυτομαρτυρία αυτή η εν λόγω Σύνοδος. Και ορθώς έπραξε.
2) Αναφέρει η εγκύκλιος ότι σ’ αυτήν τη Σύνοδο της Κρήτης «για πρώτη φορά αναγνωρίστηκαν» οι Σύνοδοι επί Μεγάλου Φωτίου, Γρηγορίου Παλαμά κ.ά. «ως σύνοδοι “καθολικού κύρους”, δηλαδή ως Οικουμενικές». Με αυτήν την αναφορά ομολογείται εμμέσως ότι οι Σύνοδοι επί Γρηγορίου Παλαμά και οι επόμενες δεν είχαν αναγνωρίσει τη Σύνοδο επί Φωτίου ως Σύνοδο οικουμενική. Το ίδιο ισχύει και για τις άλλες εν συνεχεία Συνόδους και κατά τον ίδιο τρόπο. Και αυτή η ομολογία δεν είναι ασήμαντη.
3) Ωστόσο, λέει η εγκύκλιος ότι στην Αγία Σύνοδο της Κρήτης «αναγνωρίστηκαν» ως Σύνοδοι «καθολικού κύρους», δηλαδή «ως Οικουμενικές», η Μεγάλη Σύνοδος επί Φωτίου και άλλες. Και τίθεται τώρα το ερώτημα: Μπορεί μια μη Οικουμενική και, επομένως, μη οπωσδήποτε αλάθητη Σύνοδος να αναγνωρίζει άλλες προ αυτής Συνόδους ως Οικουμενικές; Με ποια αρμοδιότητα και με ποιο κύρος τις αναγνωρίζει ως Οικουμενικές; Ως γνωστόν, «το έλασσον υπό του μείζονος ευλογείται», όχι το αντίθετο. Μήπως θα ήταν μετριοπαθέστερο και κανονικότερο αντί του ρήματος «αναγνωρίσθηκαν» να χρησιμοποιηθεί από την εγκύκλιο το ρήμα «θεωρήθηκαν», αν πράγματι έγινε αυτό εν ομοφωνία;
4) Ακολούθως, πρέπει ίσως να τεθεί και το εξής ζήτημα: Λέει η εγκύκλιος ότι «για πρώτη φορά αναγνωρίστηκαν ως σύνοδοι “καθολικού κύρους”, δηλαδή ως Οικουμενικές» οι σύνοδοι επί Φωτίου και οι λοιπές. Τι θέλει να πει με το «καθολικού κύρους»; Οι Οικουμενικές Σύνοδοι, όμως, είναι απολύτου κύρους, δηλαδή είναι αυθεντικές και αλάθητες οι αποφάσεις τους. Αυτό ήθελε να πει η εγκύκλιος ή κάτι άλλο;
5) Μήπως, π.χ., ήθελε να πει καθολικής ισχύος; Αλλά αυτός ο όρος χρησιμοποιείται για τα κανονικής φύσεως θέματα. Έτσι, λέμε ότι οι θείοι κανόνες έχουν απόλυτο κύρος-αυθεντία ως έχοντες τη θεία επιστασία, αλλά έχουν σχετική ισχύ, γιατί η ισχύς και η εφαρμογή τους αναστέλλεται πολλές φορές για λόγους εκκλησιαστικής οικονομίας (κατ’ οικονομίαν). Περί αυτών περισσότερα βλ. Παναγιώτου Μπούμη, Κανονικόν Δίκαιον, έκδ. Γ’, εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα 2002, σελ. 49 εξ. και μάλιστα σελ. 64 εξ.
Στα κανονικής φύσεως κείμενα κάθε λέξη έχει τη βαρύτητά της. Όπως, επίσης, και κάθε εκούσιο ή ακούσιο λάθος ή παράλειψη έχουν και στέλνουν το δικό τους μήνυμα, ιδίως μέσα στον εκκλησιαστικό χώρο.