Του Αλεξάνδρου Π. Κωστάρα, Ομότιμου καθηγητή της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θράκης
Το μάθημα των Θρησκευτικών έχει εξελιχθεί σε ένα είδος casus belli μεταξύ της Εκκλησίας και της Πολιτείας. Όλα ξεκίνησαν όταν η «αριστερή» κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ εξήγγειλε πριν από μερικούς μήνες το πρόγραμμα της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης που σχεδίαζε να υλοποιήσει από την επομένη σχολική χρονιά, δηλαδή από το τρέχον ήδη σχολικό έτος. Μεταξύ των άλλων, το πρόγραμμα αυτό περιελάμβανε την κατάργηση της υποχρεωτικής διδασκαλίας των Θρησκευτικών στα σχολεία της στοιχειώδους και της μέσης εκπαίδευσης και τη μετατροπή του σε προαιρετικό, προκειμένου να το παρακολουθούν μόνον όσοι δηλώνουν ότι επιθυμούν να το διδαχθούν. «Όσοι πιστοί προσέλθετε», λοιπόν. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τη σθεναρή αντίδραση της Εκκλησίας, καθώς επίσης διαφόρων φορέων, αλλά και αρκετών πανεπιστημιακών διδασκάλων, οι οποίο τόνισαν ότι κάτι τέτοιο δεν μπορούσε να γίνει, διότι το απαγορεύει ρητά το Άρ. 16, παρ. 2 του Συντάγματος.
Έτσι, η κυβέρνηση αναγκάσθηκε να αναδιπλωθεί και συμπεριέλαβε στο σχετικό πρόγραμμα την υποχρεωτική διδασκαλία των Θρησκευτικών. Επανήλθε, όμως, πριν από λίγες ημέρες στο ζήτημα αυτό και επιχειρεί να επιβάλει διά της πλαγίας οδού τις απόψεις της, αλλάζοντας το περιεχόμενο του μαθήματος. Είναι, δηλαδή, σαν να λέει εδώ με άλλα λόγια η κυβέρνηση: «Θα την κάνω την καλλιέργεια, αφού δεν μπορώ να την αποφύγω, αλλά θα τη γεμίσω με ζιζάνια, που θα πνίξουν τη σπορά»!
Εξηγώντας τις κυβερνητικές θέσεις επί του θέματος αυτού, ο αρμόδιος υπουργός Παιδείας, κ. Φίλης, φάνηκε ενοχλημένος από τον θόρυβο που δημιουργήθηκε με τις νέες, εντονότερες αυτή τη φορά, αντιδράσεις της Ιεραρχίας. Από τα συμφραζόμενα των δηλώσεών του προκύπτει ότι θεωρεί περίπου αχάριστη την Εκκλησία για τη… γενναιοδωρία της Πολιτείας προς αυτήν. Μοιάζει, δηλαδή, εδώ το πράγμα σαν να διερωτάται δημοσίως προς δημιουργία εντυπώσεων ο κ. Φίλης: «Μα, τι θέλει επιτέλους η Εκκλησία; Δεν κάναμε δεκτό το αίτημά της για την υποχρεωτική διδασκαλία των Θρησκευτικών; Προσπαθεί τώρα να μας υπαγορεύσει και το περιεχόμενο του μαθήματος;». Ας αφήσουμε, όμως, καλύτερα τον κ. Φίλη να εκφράσει τις κυβερνητικές απόψεις με τα δικά του λόγια: «Τα Θρησκευτικά είναι ένα μάθημα, όπως όλα τα άλλα μαθήματα. Η ευθύνη για τα Προγράμματα Σπουδών ανήκει, σύμφωνα με τον νόμο, στο Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής». Και καταλήγει ο επί της Εθνικής Παιδείας υπουργός μας, λέγοντας: «Είναι λάθος ένα ώριμο αίτημα, όπως η αναβάθμιση του μαθήματος των Θρησκευτικών από ομολογιακό μάθημα σε μάθημα γνώσης των θρησκειών, με ιδιαίτερη έμφαση στην Ορθοδοξία, να μετατρέπεται σε αφορμή ακατανόητης αντίδρασης και κινδυνολογίας».
Αξίζει να διατυπώσει κάποιος εδώ μερικές σκέψεις για αυτές τις δηλώσεις του κ. Φίλη, που λένε λίγα, αλλά υπονοούν ή κρύβουν πολλά.
Κατ’ αρχάς, η υποχρεωτική διδασκαλία των Θρησκευτικών δεν είναι αίτημα της Εκκλησίας. Είναι συνταγματική επιταγή (βλ. Άρ. 16, παρ. 2 του Συντάγματος). Και η παρέμβαση της Εκκλησίας δεν έχει χαρακτήρα αιτήματος, αλλά υπόμνησης προς την Πολιτεία των καθηκόντων της, που απορρέουν από το Σύνταγμα σε σχέση με τη διδασκαλία των Θρησκευτικών. Εκείνος που σου υπενθυμίζει τα καθήκοντά σου, όταν έχεις εκτροχιασθεί από αυτά, δεν σου υποβάλλει αίτημα. Σε ανακαλεί στην τάξη.
Συνταγματική, επίσης, επιταγή αποτελεί και το περιεχόμενο του μαθήματος των Θρησκευτικών, όπως είχα την ευκαιρία να παρατηρήσω σε άλλο συναφές δημοσίευμά μου. Όταν το Άρ. 16, παρ. 2 του Συντάγματος προσδιορίζει ως σκοπό της Παιδείας μεταξύ άλλων την καλλιέργεια της θρησκευτικής συνείδησης στους μαθητές των σχολείων, εννοεί ότι πρέπει η εκπαίδευση να είναι έτσι διαμορφωμένη ώστε τα Ελληνόπουλα να γαλουχούνται με τις αξίες της Ορθοδοξίας. Να αναβαπτίζονται διαρκώς στα ζείδωρα νάματα της επικρατούσης θρησκείας των Ελλήνων. Ανάμεσα στις διατάξεις των Άρ. 3 και 16, παρ. 2 του Συντάγματος υπάρχει μια άμεση λειτουργική σχέση, αφού η πρώτη διάταξη αποτελεί την πηγή «άρδευσης» που συντηρεί την «καλλιέργεια» της θρησκευτικής συνείδησης, την οποία επιτάσσει η δεύτερη.
Η σκέψη αυτή δεν αποδίδει μια αυθαίρετη προσωπική εκτίμηση. Είναι κρίση ιστορικο-βουλητικής ερμηνείας των εν λόγω διατάξεων του Συντάγματος, όπως αυτή προκύπτει από την αδιάλειπτη επανάληψη των διατάξεων αυτών σε όλα τα Συντάγματα από την Εθνεγερσία μέχρι σήμερα. Οι προπάτορές μας για την Ορθοδοξία υπέμειναν τη «σταύρωση» της μακραίωνης δουλείας υπό τον οθωμανικό ζυγό. Η Ορθοδοξία τούς κράτησε ζωντανούς κατά τη διάρκεια του «σταυρικού» τους μαρτυρίου. Για αυτήν αγωνίστηκαν πρώτιστα, όπως δήλωσαν οι ίδιοι, όταν σήμανε η ώρα της «ανάστασης» του Έθνους. Και την Ορθοδοξία μας άφησαν ως πνευματική κληρονομία, για να επιβιώσουμε και εμείς ως Έθνος. Έχει, βεβαίως, δικαίωμα ο κληρονόμος να μην αποδεχθεί την κληρονομία, όπως πράττει στην προκειμένη περίπτωση ο κ. Φίλης. Είναι, όμως, υποχρεωμένος να τη σεβαστεί και να μη προβαίνει σε πράξεις απαλλοτρίωσης ή αλλοίωσης αυτής, εφόσον υπάρχουν συγκληρονόμοι προτιθέμενοι να την αποδεχθούν.
Με τα δεδομένα αυτά, η διδασκαλία των Θρησκευτικών έχει, σύμφωνα με τη βούληση του Συντακτικού Νομοθέτη, ομολογιακό χαρακτήρα, άσχετα από την αντίθετη άποψη του ανιστόρητου και ημιμαθούς υπουργού Παιδείας, κ. Φίλη, ο οποίος προσπαθεί να βρει άλλοθι στις αντισυνταγματικές εμμονές του, επικαλούμενος την αρμοδιότητα ενός συμβουλευτικού οργάνου, τα μέλη του οποίου διόρισε ο ίδιος, για να βαδίζουν στα ίχνη της πολιτικής που τους χάραξε! Όπως και να έχει, όμως, το πράγμα, η ευθύνη για τη τήρηση του Συντάγματος ανήκει στον ίδιο τον κ. Φίλη και όχι στους συμβούλους του.
Η διδασκαλία των Θρησκευτικών έχει, σύμφωνα με τη βούληση του Συντακτικού Νομοθέτη, ομολογιακό χαρακτήρα, άσχετα από την αντίθετη άποψη του ανιστόρητου και ημιμαθούς υπουργού Παιδείας, κ. Φίλη
Και για να μην υπάρξει παρανόηση στο ζήτημα αυτό, οφείλω να διευκρινίσω εδώ ότι δεν απαγορεύει ασφαλώς το Σύνταγμα τη διδασκαλία της Θρησκειολογίας. Κάτι τέτοιο θα ήταν παράλογο να το ισχυριστεί κάποιος σε μια δικαιοκρατούμενη Πολιτεία. Είναι, όμως, ανεπίτρεπτο να αντικαθίσταται αυτό που επιτάσσεται συνταγματικά από εκείνο που δεν απαγορεύεται. Επομένως, εάν το υπουργείο θέλει, μπορεί να εισαγάγει ως ξεχωριστό μάθημα και τη διδασκαλία της Θρησκειολογίας στα σχολεία, αφού πρώτα εξασφαλίσει την υποχρεωτική διδασκαλία των Θρησκευτικών, ανεξάρτητα από τη Θρησκειολογία. Η Ορθοδοξία με τις υπερέχουσες αξίες και τα οικουμενικά της μηνύματα, δεν φοβάται τη σύγκριση με τα άλλα δόγματα. Αντιθέτως την επιδιώκει. Πρέπει, όμως, να τηρηθεί η σχετική συνταγματική διάταξη, από την οποία σαφώς προκύπτει ότι η Θρησκειολογία δεν ήταν στις προθέσεις του Συντακτικού Νομοθέτη, όταν αυτός καθόριζε στην προαναφερθείσα διάταξη του Άρ. 16, παρ. 2 του Συντάγματος ως ενός από τους σκοπούς της Παιδείας την καλλιέργεια της θρησκευτικής συνείδησης των μαθητών.
Ούτε, όμως, και στις αληθείς προθέσεις της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ ανταποκρίνεται η διδασκαλία της Θρησκειολογίας. Μια κυβέρνηση άθεων, που εξ ορισμού πάσχει από αλλεργία απέναντι σε κάθε τι μεταφυσικό, είναι παράλογο να κόπτεται για την απόκτηση θρησκευτικού βιώματος από τους μαθητές. Επομένως, ο στόχος του κ. Φίλη είναι προφανής: Μέσα από την κριτική παρουσίαση των διαφόρων -ισμών και τη ζημιά που αυτοί προκαλούν στους λαούς, κατά τις αθεϊστικές αντιλήψεις, επιδιώκεται να πληγεί στην ουσία η Ορθοδοξία! Όταν δεν μπορείς να πάρεις το κάστρο με ευθεία επίθεση, θα το αλώσεις με άλλο τρόπο. Πρέπει, όμως, να έχει υπόψη του ο πολυπράγμων κ. Φίλης ότι από τότε που το κόλπο του «δούρειου ίππου» έγινε ιστορικό δίδαγμα, είναι τουλάχιστον αφελές να επιχειρεί νε ξεγελάσει με αυτό εκείνους που υπερασπίζονται κάστρα.
Υπό το πρίσμα αυτής της θεωρήσεως, φαίνεται πια καθαρά ότι όσα εξυφαίνει ο κ. Φίλης για τα Θρησκευτικά δεν αποτελούν αναβάθμιση, αλλά υποβάθμιση του μαθήματος. Όσο για το ώριμο αίτημα -από ποιούς άραγε;- που επικαλείται ο εκλεκτός μας υπουργός, εάν υπάρχει ένα τέτοιο αίτημα, αυτό επικαλύπτεται πάντως από τη φωνή των προπατόρων μας, που έρχεται από τα βάθη των αιώνων: «Τον νου σας στην Ορθοδοξία, διότι, εάν χαθεί, χαθήκατε και εσείς». Ορθοδοξία χωρίς Ελλάδα υπάρχει. Ελλάδα, όμως, χωρίς Ορθοδοξία δεν πρόκειται να υπάρξει.
Δεν βλέπουν οι σημερινοί άθεοι διαχειριστές της εξουσίας ότι με την πολιτική τους γίνονται συνεργοί όλων εκείνων οι οποίοι σχεδιάζουν να εξαφανίσουν τον Ελληνισμό, πλήττοντας το θρησκευτικό βίωμα του λαού ή εξουδετερώνοντας αυτό με τη μαζική μουσουλμανοποίηση της χώρας;