Σημείωσε ότι η πίστη, σύμφωνα με τα θεοπαράδοτα λόγια, είναι διπλή. Η μία είναι η γενική πίστη όλων των ορθοδόξων Χριστιανών, στην οποία από την αρχή βαπτιστήκαμε και στην οποία είθε να πεθάνουμε. Την άλλη πίστη την έχουν σπάνιοι, εκείνοι δηλαδή που με την εκπλήρωση όλων των θεοποιών εντολών επανήλθαν στο κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση κι έτσι απέκτησαν με το φως της θείας χάρης το να στηρίξουν όλη τους την ελπίδα στον Κύριο· και μάλιστα τόσο πολύ, ώστε —τί μεγαλείο!— να μην αμφιβάλλουν διόλου τον καιρό της προσευχής στα αιτήματά τους προς τον Θεό, αλλά να ζητούν με πίστη και να λαμβάνουν έτσι αμέσως ό,τι είναι συμφέρον, σύμφωνα με το λόγο του Κυρίου(Ματθ. 21, 21).Έτσι οι μακάριοι αυτοί με έργα καθαρά απέκτησαν τη βέβαιη πίστη, επειδή απέρριψαν κάθε γνώση και διάκριση και αμφισβήτηση και δισταγμό και καταβυθίστηκαν εξ ολοκλήρου μέσα στη θεία μέθη της πίστεως και της ελπίδας και της αγάπης στον Θεό και υπέστησαν τη θεία και μακάρια αλλοίωση που είναι, κατά τον μακάριο Δαβίδ, έργο της δεξιάς του Υψίστου(Ψαλμ. 76, 11).Αλλά δεν είναι του παρόντος καιρού να μιλήσουμε κατά πλάτος για την πρώτη πίστη. Είναι όμως πολύ κατάλληλη ευκαιρία να μιλήσουμε για τη δεύτερη, η οποία σαν καρπός θεϊκός ανθίζει και γεννιέται από την πρώτη. Γιατί η πίστη είναι ένα είδος ρίζα και κορωνίδα της θεοποιού ησυχίας, όπως λέει και ο Ιωάννης της Κλίμακος: «Αν δεν πιστέψεις, πώς θα ησυχάσεις;».
Άγιος Κάλλιστος Κων/λεως