Και η Ένωση Αθέων κατέθεσε τις προτάσεις τις στην Επιτροπή Εθνικού και Κοινωνικού Διαλόγου για την Παιδεία του υπουργείου Παιδείας. Οι προτάσεις είναι στο γνωστό κλίμα έξωσης της Ορθόδοξης πίστης από την Εκπαίδευση και είναι δεδομένο πως θα συναντήσουν την πλήρη αντίθεση της Εκκλησίας. Μάλιστα η Ένωση προτείνει και ένα έμμεσο χρονοδιάγραμμα εφαρμογής που θα καταλήγει στην κατάργηση προσευχής, εκκλησιασμών όπως και κάθε ομολογιακής αναφοράς στο μάθημα των θρησκευτικών.
Στις βραχυπρόθεσμες προτείνονται τα εξής (παρατίθεται και η αντίστοιχη ανάλυση που υπέβαλε η Ένωση):
1.1 Εξασφάλιση απρόσκοπτης απαλλαγής από το μάθημα των θρησκευτικών για όλους.
Εγκύκλιος που να εξασφαλίζει χορήγηση απαλλαγής χωρίς υποχρέωση δήλωσης θρησκευτικών πεποιθήσεων, ούτε θετική ούτε αρνητική (ότι δεν είναι Χ.Ο.) και χωρίς έλεγχο των πεποιθήσεων (από αναγραφή σε απολυτήριο, δελτίο μαθητών, πιστοποιητικό ή ληξιαρχική πράξη γέννησης, άλλο αρχείο ή έγγραφο). Σε δεύτερο χρόνο νομοθέτηση αυτής, ώστε να έχει επίσημη βάση και να μην επαφίεται στον εκάστοτε υπουργό και πολιτική ηγεσία.
– Ρητή οδηγία προς τις σχολικές μονάδες να ενημερώνουν επαρκώς τους γονείς για τη δυνατότητα απαλλαγής από τα θρησκευτικά, συγκεκριμένα με τους εξής τρόπους: προφορική ανακοίνωση την ημέρα έναρξης του σχολικού έτους, γραπτή ανακοίνωση αναρτημένη στο σχολείο σε εμφανές σημείο καθ’ όλη τη διάρκεια του σχολικού έτους, γραπτή ατομική ενημέρωση με φυλλάδια που θα διανέμονται σε όλους τους μαθητές την ημέρα έναρξης ή την πρώτη ημέρα που θα προσέλθουν στο σχολείο για τη νέα χρονιά.
– Επαρκής προθεσμία υποβολής της αίτησης απαλλαγής (τουλάχιστον ένας μήνας) ή κατάργηση προθεσμίας (η μεταστροφή πεποιθήσεων μπορεί να γίνει ανά πάσα στιγμή και η διακοπή παρακολούθησης δεν προκαλεί αναστάτωση στο πρόγραμμα του σχολείου).
– Εξασφάλιση της τήρησης της εγκυκλίου (έχουν παρατηρηθεί συχνά φαινόμενα διευθυντών που αρνούνται να χορηγήσουν απαλλαγή οδηγώντας σε μεγάλη ταλαιπωρία γονέων και μαθητών). Δυνατότητα προσφυγής των γονέων σε κεντρική υπηρεσία του Υπουργείου για άμεση χορήγηση της απαλλαγής σε περίπτωση αρνήσεως του διευθυντή (άμεση επιβολή διοικητικών κυρώσεων σε όσους διευθυντές δεν συμμορφώνονται).
1.2 Κατάργηση καταγραφής θρησκεύματος σε δελτία μαθητών και σε απολυτήρια.
-Τροποποίηση της νομοθεσίας ώστε να πάψει η αναγραφή του θρησκεύματος στα απολυτήρια Α’βαθμιας και Β’βάθμιας εκπαίδευσης. Ενημέρωση όλων των σχολικών μονάδων για το γεγονός ότι δεν πρέπει να καταγράφεται το θρήσκευμα στα δελτία μαθητών.
– Ρητή οδηγία στις σχολικές μονάδες να μην παραλαμβάνονται έγγραφα κανενός είδους με αναγραφή του θρησκεύματος του μαθητή ή των γονέων του.
– Επικοινωνία με το Υπουργείο Εσωτερικών (Διεύθυνση Αστικής και Δημοτικής Κατάστασης) με στόχο να ενημερωθούν όλοι οι ληξίαρχοι για την απόφαση 134/2001 ΑΠΔΠΧ, σύμφωνα με την οποία το απόσπασμα ληξιαρχικής πράξης δεν πρέπει να αναγράφει θρήσκευμα παρά μόνον αν το ζητά ρητά ο ενδιαφερόμενος (ρητή οδηγία σε όλους τους υπαλλήλους που εμπλέκονται στη χορήγηση τέτοιων εγγράφων για τήρηση αυτής της προϋπόθεσης και ενημέρωση των πολιτών) και για το δικαίωμα των πολιτών να διαγράψουν το θρήσκευμά τους καθώς και εκείνο των παιδιών τους με απλή υπεύθυνη δήλωση (εφόσον δεν δηλώνεται νέο θρήσκευμα αλλά παραμένουν άνευ θρησκεύματος).
1.3 Διευκρίνιση τρόπου αίτησης για απαλλαγή από συμμετοχή σε εκκλησιασμούς.
Πρόβλεψη απαλλαγής για όλους τους εκκλησιασμούς του σχολικού έτους με σχετική αίτηση. Γραπτή ενημέρωση όλων των μαθητών τουλάχιστον μία εβδομάδα νωρίτερα, με δυνατότητα μη συμμετοχής και με πρόβλεψη απασχόλησης στη σχολική μονάδα σε περίπτωση που δεν έχουν τη δυνατότητα να παραμείνουν στο σπίτι.
1.4 Διευκρίνιση τρόπου διεξαγωγής πρωινής προσευχής.
Κατάργηση απαγγελίας και τήρηση σιγής, ώστε καθένας που θέλει πραγματικά να προσευχηθεί να μπορεί να το κάνει. Διαφορετικά η απαγγελία να γίνεται από μέλος του διδακτικού προσωπικού και όχι από μαθητή, ούτως ώστε να μην υπάρχει περιθώριο άσκησης έμμεσης ή άμεσης πίεσης για συμμετοχή.
Ακόμη ως μεσοπρόθεσμες αλλαγές προτείνονται:
Αλλαγές στο περιεχόμενο του βιβλίου θρησκευτικών
Όπως έχουμε αναφέρει και σε προηγούμενες προτάσεις μας για αλλαγές στην παιδεία, θεωρούμε ότι το μάθημα των θρησκευτικών θα πρέπει να καταργηθεί τελείως στην ομολογιακή μορφή του. Η κατήχηση σε συγκεκριμένη ομολογία δόγματος θα πρέπει να αποτελεί ευθύνη του εκάστοτε θρησκευτικού οργανισμού και σε καμία περίπτωση της δημόσιας παιδείας. Η συνταγματική επιταγή του άρθρου 16 περί ανάπτυξης θρησκευτικής συνείδησης θα πρέπει να υλοποιείται βάσει των σύγχρονων αναγκών και αντιλήψεων και οπωσδήποτε με διασφάλιση του απαραβίαστου της θρησκευτικής ελευθερίας που ορίζεται από το άρθρο 13 και η οποία συνιστά θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα.
Για το σκοπό αυτό αρκεί ένα μάθημα θρησκειολογίας σε μία μόνο τάξη του Λυκείου, όταν οι μαθητές έχουν αναπτύξει την αναγκαία ωριμότητα αντίληψης και κριτική ικανότητα, το οποίο θα είναι γνωσιολογικό και στο οποίο θα παρουσιάζονται ισότιμα, χωρίς μεροληψίες και προκαταλήψεις, όλες οι μεγάλες θρησκευτικές πεποιθήσεις και θρησκευτικά φιλοσοφικά ρεύματα καθώς φυσικά και ο αθεϊσμός. Περισσότερες διδακτικές ώρες σε περισσότερες τάξεις παρέλκουν, καθώς ξεπερνούν τους σκοπούς του μαθήματος και τις ανάγκες των μαθητών. Ο ιστορικός ρόλος όλων των θρησκειών και η επιρροή τους στην παράδοση και τον πολιτισμό, συμπεριλαμβανόμενου και του Ορθόδοξου Χριστιανισμού, καλύπτεται μέσα από το μάθημα της ιστορίας και της μελέτης περιβάλλοντος.
Σε κάθε περίπτωση, όποια μορφή και αν έχει το μάθημα των θρησκευτικών, θα πρέπει να εξασφαλιστεί ότι τα βιβλία δεν θα περιέχουν παραπληροφόρηση, μεροληψία και μειωτικές ή προσβλητικές αναφορές για οποιοδήποτε θρήσκευμα ή για τον αθεϊσμό. Θα πρέπει επομένως να αφαιρεθούν ή/και να επαναδιατυπωθούν τα σημεία που παρουσιάζουν τον αθεϊσμό υπό αρνητικό πρίσμα και παραλείπουν την πραγματική του φιλοσοφία, τη σχέση του με τον Ανθρωπισμό και τον Διαφωτισμό και τον ιστορικό του ρόλο εν γένει (ενδεικτικά αλλά όχι περιοριστικά, το σχετικό απόσπασμα από το βιβλίο της Β λυκείου, όπου δίνεται εσφαλμένος ορισμός του αθεϊσμού, γίνεται ταύτιση με τον αντιθεϊσμό και παρουσιάζεται ο εγωισμός και ο αρνητισμός ως κύρια αιτία του), καθώς και τα σημεία που περιέχουν ιστορικές και εν γένει πραγματολογικές ανακρίβειες. Η ομολογιακή μορφή του μαθήματος, είτε σε μόνιμη βάση είτε για το εύλογο μεταβατικό στάδιο προς την κατάργηση και την αντικατάσταση με γνωσιολογικό μάθημα, δεν επιτρέπεται να αποτελεί πρόφαση για διαστρέβλωση της πραγματικότητας.
Για την πραγματοποίηση των παραπάνω αλλαγών, ζητάμε την εκ νέου συγγραφή των βιβλίων θρησκευτικών με τη συνδρομή Θρησκειολόγων, Ιστορικών και Κοινωνιολόγων, και με την συμμετοχή εκπροσώπων όλων των αναγνωρισμένων θρησκειών στην Ελλάδα, καθώς και με τη συμμετοχή εκπροσώπων της Ένωσης Αθέων, προκειμένου να διασφαλιστεί η αντικειμενική και αμερόληπτη παρουσίαση όλων των θρησκειών, καθώς και του αθεϊσμού, χωρίς μειωτικές και προσβλητικές αναφορές και χωρίς ανακρίβειες.
Τέλος οι μακροπρόθεσμες αλλαγές που ζητούν είναι οι εξής:
1. Κατάργηση του μαθήματος των θρησκευτικών με την ομολογιακή μορφή του.
Όπως έχουμε επισημάνει επανειλημμένα σε έγγραφά μας, η επιβολή της ένταξης ανηλίκου σε θρήσκευμα συνιστά παραβίαση του δικαιώματος της θρησκευτικής ελευθερίας, κι επομένως η διδασκαλία ομολογιακού μαθήματος θρησκευτικών οφείλει να καταργηθεί πλήρως.
Θυμίζουμε ότι σύμφωνα με τη Γνωμοδότηση 687/1991 του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους:
«Η εκουσία απομάκρυνση από της Εκκλησίας […] προϋποθέτει βουλητική ικανότητα του προσώπου […]. Απαιτείται, δηλαδή, ηλικία οπωσδήποτε ώριμη […] που να μαρτυρεί, λαμβανομένης υπόψη και της εν γένει πνευματικής αναπτύξεως του συγκεκριμένου ατόμου, ότι τούτο έχει επίγνωση της σοβαρότητας της πράξεώς του, και δήλωση βουλήσεως, απαλλαγμένη από οποιαδήποτε βία ή ψυχική νόσο ή άλλη διαταραχή των πνευματικών δυνάμεών του, που να κωλύει την συνείδηση των πραττομένων.»
Εφόσον, σύμφωνα με την παραπάνω γνωμοδότηση, για την αποχώρηση από την Εκκλησία απαιτείται ηλικία ώριμη που να εξασφαλίζει πνευματική ανάπτυξη και συναίσθηση της σοβαρότητας της πράξεως καθώς και βούληση που να εξασφαλίζει την ελεύθερη και ανεπηρέαστη επιλογή, τα ίδια οφείλουν να απαιτούνται και για την εισδοχή σε οποιοδήποτε θρήσκευμα. Ένα βρέφος ή ένα νήπιο, ακόμη και ένα παιδί ηλικίας Δημοτικού ή Γυμνασίου, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι έχουν ηλικία ώριμη ούτε συναίσθηση της σοβαρότητας της πράξης τους όσον αφορά την εισδοχή σε κάποια θρησκεία, ενώ η βούλησή τους είναι αναπόφευκτο να επηρεάζεται από τη βούληση των γονέων και του στενού τους περιβάλλοντος.
Προκειμένου να αναπτυχθούν τα παιδιά ελεύθερα ώστε να επιλέξουν ως ώριμοι πλέον ενήλικες εάν επιθυμούν να ενταχθούν σε θρήσκευμα θα πρέπει να αποφευχθεί η κατήχησή τους σε θρησκευτικό δόγμα, και οπωσδήποτε μια τέτοια κατήχηση δεν νοείται να λαμβάνει χώρα μέσω της κρατικής παιδείας.
Γνωρίζουμε ότι το Σύνταγμα επιβάλλει την ανάπτυξη θρησκευτικής συνείδησης των πολιτών. Ωστόσο αφ’ ενός το σημείο αυτό είναι παρωχημένο και επιβάλλεται να αλλάξει, διότι οι αξίες που εκφράζει ανήκαν σε μια άλλη εποχή και έχουν κατά πολύ ξεπεραστεί, αφ’ ετέρου το τι ακριβώς είναι θρησκευτική συνείδηση και ποιος είναι ο κατάλληλος τρόπος για να αναπτυχθεί επαφίεται στην ερμηνεία του νομοθέτη, γεγονός που αφήνει ικανό περιθώριο προσαρμογής στα σύγχρονα κοινωνικά και μορφωτικά δεδομένα και στις πραγματικές ανάγκες των παιδιών μας.
Προτείνουμε να αντικατασταθεί το ομολογιακό μάθημα των Θρησκευτικών από μια σειρά μαθημάτων χωρίς θρησκευτικό χρωματισμό, που θα εξασφαλίζουν ισορροπημένη προσωπική ανάπτυξη και αρμονικές διατομικές σχέσεις, καλλιέργεια αλληλεγγύης και ομαδικού πνεύματος, κοινωνική ευαισθητοποίηση και ηθική παιδεία με βάση τις αρχές του ανθρωπισμού, οι οποίες έχουν το πλεονέκτημα να είναι πανανθρώπινες και να μπορούν να υιοθετηθούν από όλους τους πολίτες ανεξαρτήτως θρησκευτικών δογμάτων και φιλοσοφικών ιδεολογιών. Το ακριβές περιεχόμενο και η μορφή των μαθημάτων αυτών θα καθοριστεί από μια ομάδα κατάλληλα ειδικευμένων εκπαιδευτικών, κοινωνιολόγων και ψυχολόγων.
Για την ανάπτυξη της θρησκευτικής συνείδησης που επιτάσσει το Σύνταγμα αλλά και για την εξασφάλιση της σωστής μόρφωσης και πληροφόρησης των παιδιών στο θέμα της θρησκείας, αρκεί ένα γνωσιολογικό μάθημα θρησκειολογίας σε μεγάλη τάξη, λόγου χάρη στην Α´ Λυκείου, ώστε να έχουν αναπτύξει πλέον τα παιδιά την αναγκαία πνευματική ωριμότητα και κριτική ικανότητα που θα τους επιτρέψει να κατανοήσουν και να αφομοιώσουν αυτές τις γνώσεις. Στο μάθημα θα παρουσιάζονται ισορροπημένα και αμερόληπτα, υπό καθαρά γνωσιολογικό και όχι ομολογιακό πρίσμα, όλα τα κυρίαρχα θρησκευτικά ρεύματα καθώς και όλες οι φιλοσοφικές θέσεις για το θρησκευτικό ζήτημα, μεταξύ των οποίων και η αθεΐα και ο αγνωστικισμός.
Οι θεολόγοι που ήδη εργάζονται ως καθηγητές Θρησκευτικών μπορούν να μετεκπαιδευτούν ώστε να αναλάβουν τη διδασκαλία των ανωτέρω μαθημάτων ή να απορροφηθούν σε άλλες θέσεις εργασίας κατά την κρίση των αρμόδιων φορέων.
2. Αφαίρεση από την ύλη των διαθεματικών θρησκευτικών αναφορών που έχουν χαρακτήρα ομολογιακό.
Εκτός από το μάθημα των Θρησκευτικών, υπάρχουν θρησκευτικές αναφορές και σε πολλά άλλα μαθήματα, όπως είναι η Ιστορία, η Γλώσσα, η Μελέτη Περιβάλλοντος, ακόμη και η Φυσική (στο βιβλίο Φυσικών της Ε´ Δημοτικού, στο κεφάλαιο περί ήχου, ο βιβλικός μύθος για τις σάλπιγγες της Ιεριχούς αναφέρεται ως ιστορικό γεγονός, παρ’ όλο που συνιστά ανακρίβεια όχι μόνο ιστορικά αλλά και επιστημονικά). Πολλές από τις αναφορές αυτές είναι εύλογο και αναγκαίο να υφίστανται, με δεδομένο τον εκτεταμένο και σημαντικό ρόλο των θρησκειών στην ιστορία και στην παράδοση της ανθρωπότητας γενικά και της Ελλάδας ειδικότερα. Όμως οι αναφορές που στοχεύουν στη διάδοση συγκεκριμένου δόγματος και στην ταύτιση της εθνικής ταυτότητας με το δόγμα αυτό οφείλουν να απομακρυνθούν από τα σχολικά βιβλία. Διαφορετικά δημιουργούνται διακρίσεις μεταξύ των πολιτών, στιγματίζοντας ως πολίτες δεύτερης κατηγορίας με μειωμένο εθνικό φρόνημα όσους δεν ανήκουν στο συγκεκριμένο δόγμα, και ασκείται έντονη πίεση στα παιδιά υπέρ της αποδοχής του δόγματος αυτού προκειμένου να νιώσουν κοινωνικά ενταγμένα.
Προτείνουμε να εξεταστούν όλα τα σχολικά βιβλία, προκειμένου να εντοπιστούν όλες οι αναφορές σε θρησκεύματα, και να διατηρηθούν μόνον όσες έχουν χαρακτήρα γνωσιολογικό και αφορούν ιστορία και παράδοση. Οι αναφορές που θεωρούν δεδομένο ότι όλοι οι Έλληνες είναι χριστιανοί ορθόδοξοι, ότι ελληνισμός και ορθοδοξία ταυτίζονται και ότι οφείλουν να ταυτίζονται, ότι η ορθοδοξία είναι ανώτερη θρησκεία από τις άλλες και ότι η αθεΐα ταυτίζεται με ανηθικότητα και αντικοινωνικότητα και συνιστά ελάττωμα και στίγμα, καθώς και κάθε άλλη αναφορά που είναι ανακριβής, προπαγανδιστική και μεροληπτική, θα πρέπει να αφαιρεθούν.
3. Κατάργηση προσευχής, εκκλησιασμών και εορτασμού των λεγόμενων τριών Ιεραρχών.
Οι θρησκευτικές τελετές στα σχολεία, όπως είναι η ημερήσια προσευχή, ο αγιασμός και οι εκκλησιασμοί, υποχρεώνουν τα παιδιά σε ακούσια αποκάλυψη του θρησκεύματος, δημιουργούν διακρίσεις ανάμεσά τους, τα εξαναγκάζουν σε συμμετοχή σε θρησκευτική τελετή λόγω της κοινωνικής πίεσης αλλά και λόγω της έντονης επιμονής πολλών εκπαιδευτικών για απαγγελία της προσευχής από κάποιο παιδί, και καλλιεργούν την επιβολή της ορθοδοξίας ως κυρίαρχου θρησκεύματος, τονίζοντας την κοινωνική και πολιτική ισχύ της με την καθημερινή επανάληψη της προσευχής και την υποχρεωτική παρουσία σε αυτήν, η οποία επιβάλλεται με τα σχετικά Προεδρικά Διατάγματα περί λειτουργίας των σχολείων.
Τονίζουμε εδώ ότι οι μη ορθόδοξοι μαθητές και εκπαιδευτικοί υποχρεούνται επίσης να παρίστανται, οι μεν πρώτοι κάνοντας ησυχία σεβόμενοι τους συμμαθητές τους που προσεύχονται, οι δε δεύτεροι προκειμένου να επιτηρούν τους μαθητές τους. Επισημαίνουμε επίσης ότι δεν προβλέπεται συγκεκριμένο τυπικό της προσευχής (περιεχόμενο, τρόπος κ.λπ.) αλλά ακολουθείται εθιμοτυπικά η απαγγελία της από κάποιον μαθητή (ποτέ από κάποιον καθηγητή), ο οποίος υποτίθεται ότι το κάνει εθελοντικά, ενώ είναι ευνόητο ότι πολύ δύσκολα μπορεί οποιοσδήποτε μαθητής να αρνηθεί την απαγγελία της προσευχής χωρίς κοινωνικές ή και άλλες συνέπειες εντός του σχολείου.
Η ελεύθερη ανάπτυξη θρησκευτικής συνείδησης απαιτεί άρση της επιβολής αυτής. Ο σεβασμός της θρησκευτικής ελευθερίας όλων των μαθητών, ακόμη και όσων προέρχονται από οικογένειες χριστιανών ορθόδοξων, και η ανάπτυξη ομαδικού πνεύματος μεταξύ όλων ανεξαιρέτως των μαθητών, επιβάλλει την πλήρη κατάργηση κάθε θρησκευτικής τελετής και εκδήλωσης στα πλαίσια του σχολείου.
Τέλος ο εορτασμός των λεγόμενων τριών Ιεραρχών ως προστατών των Ελληνικών γραμμάτων αποτελεί σχήμα οξύμωρο καθώς οι συγκεκριμένοι, παρά την Ελληνική παιδεία τους, μόνο προστάτες της δεν μπορούν να χαρακτηριστούν, αντιθέτως πολέμιοί της, ενώ αναρωτιέται κανείς με ποιόν τρόπο προήγαγαν την Ελληνική Παιδεία και την Ανθρώπινη Επιστήμη γενικά περισσότερο από τον Αριστοτέλη, τον Πυθαγόρα ή τον Δημόκριτο για παράδειγμα.
Ο εορτασμός τους λοιπόν σαν προϊόν σκοπιμότητας, προσπάθειας σύνδεσης του Ελληνισμού με τη χριστιανική πίστη και κατἀφωρης αδικίας όποιων πραγματικά ανέδειξαν την Ελληνική Παιδεία και τον Ανθρώπινο Πολιτισμό δεν έχει θέση σε ένα εκκοσμικευμένο σχολείο και οφείλει να καταργηθεί με παράλληλη θέσπιση εορτασμού Ημέρας της Παιδείας για την οποία προτείνουμε τη 10η Νοεμβρίου, Παγκόσμια Ημέρα της Επιστήμης για την Ειρήνη και Ανάπτυξη (Unesco).
4. Κατάργηση διανομής εξωσχολικού ενημερωτικού υλικού ομολογιακής φύσης στα σχολεία.
Είναι συχνό το φαινόμενο της διανομής φυλλαδίων με πληροφορίες για δραστηριότητες της Εκκλησίας εντός των σχολείων, από νηπιαγωγεία έως και λύκεια. Άλλες φορές διατίθενται εντός των σχολείων θρησκευτικού περιεχομένου έντυπα (φυλλάδια, περιοδικά κ.τ.ό.) τα οποία οι μαθητές μπορούν να πάρουν εφόσον το επιθυμούν (συχνά συμβαίνει επίσης να υπάρχει μια έμμεση πλην σαφής επιβολή λήψης αντιτύπου). Επίσης συχνά αναρτώνται, είτε μέσα σε σχολεία είτε έξω αλλά δίπλα στην είσοδο, αφίσες με πληροφορίες για δραστηριότητες θρησκευτικών οργανισμών ή γίνεται διανομή φυλλαδίων ακριβώς δίπλα στην είσοδο των σχολείων.
Εξηγήσαμε παραπάνω πως η κατήχηση κάθε είδους σε ανηλίκους θα πρέπει να αποφεύγεται, ώστε να γίνει σεβαστό το δικαίωμά τους σε θρησκευτική ελευθερία. Προτείνουμε την αποστολή μιας εγκυκλίου σε όλες τις σχολικές μονάδες όπου θα εξηγείται σαφώς ότι η διανομή και η παρουσία εντύπων θρησκευτικού περιεχομένου εντός των σχολείων ή πολύ κοντά σε αυτά απαγορεύεται. Οι διευθυντές των σχολικών μονάδων θα πρέπει να ενημερώσουν σχετικά και όλους τους συλλόγους γονέων.