Ο Άγιος Φιλόθεος Ζερβάκος, μεταξύ στα 1905-1907, υπηρετούσε ως στρατιώτης στην Αθήνα και γνώριζε για τις αγρυπνίες που γίνονταν τότε στον Άγιο Ελισσαίο, στην Πλάκα. Πήγαινε συχνά διότι είχε γνωριστεί με τον ταπεινό ιερέα παπά Νικόλα τον Πλανά και τόσο είχε αναπαυθεί κοντά του που δεν έχανε αγρυπνία του ιλαρού Γέροντα.
Όταν τον ρωτούσαν για τον παπά Νικόλα, με θαυμασμό έλεγε: «Δεν τον είδα ποτέ σκυθρωπό, μελαγχολικό, περίλυπο και κατηφή. Πάντοτε τον έβλεπα γελαστό, ιλαρό, χαρωπό…».
Ο παπά Νικόλας λειτουργούσε καθημερινά για 50 σχεδόν, ολόκληρα χρόνια. Επειδή, όμως, δεν ήταν δυνατόν να έχει κάθε ημέρα πρόσφορο, δύσκολα χρόνια τότε, έκανε προσευχή, περίμενε ότι κάποιος θα έρθει να φέρει την “προσφορά” του, και συνήθιζε να αναμένει: «Θα απαντήσει ο Θεός, θα στείλει ο Θεός» έλεγε, ως διασώζουν πνευματικά του παιδιά της εποχής.
Και πράγματι. Τόσα χρόνια, ποτέ δεν έμεινε χωρίς πρόσφορο, εκτός ελαχίστων περιπτώσεων (κάποιες φορές, αν ήταν τόσο μεγάλη ανάγκη, χρησιμοποιούσε και ψωμί από το φούρνο της περιοχής για να κάνει την προσκομιδή).
Όταν, πάλι, κάποιον/αν “έστελνε” ο Θεός στο παρεκκλήσι για να δώσει το πρόσφορο στον ταπεινό παπά Νικόλα, που ήδη, από πολύ πρωί είχε ξεκινήσει τον Όρθρο, εκείνος, που δεν μπορούσε να κρύψει και να συγκρατήσει τη χαρά του, έβγαινε στην Ωραία Πύλη, σταματούσε την ακολουθία και δακρύβρεχτος αλλά με χαρά μικρού παιδιού, φώναζε: «Να, παιδιά μου, ιδού! Και σήμερα, δεν μας ξέχασε ο Πανάγαθος Θεός».
Αναστάσιος Μαρίνης, θεολόγος