Μετά βαθυτάτης κατ’ ἄνθρωπον θλίψεως ἀναγγέλλεται στόν ἱερό Κλῆρο καί τό πλήρωμα τῆς κατά Σύρον παροικούσης Ἐκκλησίας ἡ πρός Κύριον ἐκδημία τοῦ ἐκ Σύρου ὁρμωμένου Ἀρχιμανδρίτου Σάββα Δαμασκηνοῦ.
Ὁ μακαριστὸς γεννήθηκε στήν Ἀθήνα τό 1930, λαβών κατά τό Βάπτισμα τό ὄνομα Στυλιανός. Μετὰ τὸ πέρας τῆς Κατοχῆς καὶ τῶν Δεκεμβριανῶν, ἡ οἰκογένειά του ἐπανέκαμψε στόν τόπο καταγωγῆς του, τήν Ἑρμούπολη τῆς Σύρου, ὅπου μέχρι σήμερα διαμένει ἡ ἐκλεκτή οἰκογένεια τοῦ κατά σάρκα ἀδελφοῦ του.
Ἐκεῖ συνεδέθη πνευματικῶς μὲ τοὺς Ἀρχιμανδρίτες π. Γρηγόριο Μαραγκὸ καὶ π. Τιμόθεο Δράγαση, στὸν περίλαμπρο Ἱερὸ Ναὸ τοῦ Ἁγίου Νικολάου, ὅπου καὶ ἠνδρώθη, καὶ μέ τοὺς μετέπειτα Μητροπολίτες Σύρου Δωρόθεο Α’ καὶ Θήρας Παντελεήμονα.
Μετὰ τὸ πέρας τῶν γυμνασιακῶν του σπουδῶν καὶ τὴ στρατιωτική του θητεία, κατὰ τὴν ὁποία ὑπηρέτησε ὡς λαϊκὸς Ἱεροκήρυκας τοῦ Β’ Σώματος Στρατοῦ, κατόπιν εὐλογίας τοῦ Μητροπολίτου Σύρου Φιλαρέτου, μετέβη στὴν Ἱερὰ Μονή Παναχράντου Ἄνδρου, στὴν ὁποία ἐκάρη μοναχὸς τὴν 23-10-1954 ὑπὸ τοῦ Καθηγουμένου αὐτῆς Ἀρχιμανδρίτου Ἀθανασίου Καΐρη, λαβὼν τὸ ὄνομα Σάββας, «διὰ τὴν λίαν ἀσκητικότητα αὐτοῦ» (τηλεγράφημα Μητρ. Φιλαρέτου πρὸς Ἡγούμενον Ἀθανάσιον).
Ἐχειροτονήθη διάκονος τήν 25-10-1954 ὑπὸ τοῦ Μητροπολίτου Σύρου Φιλαρέτου στὸ Παρεκκλήσιο τῆς Εὑρέσεως τοῦ Ἁγίου Δημητρίου Ἑρμουπόλεως καί διηκόνησε στὸν Μητροπολιτικὸ Ναὸ τῆς Μεταμορφώσεως Σωτῆρος καὶ τοῦ Πολιούχου Ἑρμουπόλεως Ἅγίου Νικολάου.
Τό 1956 ἐγγράφεται στὴ Θεολογικὴ Σχολὴ Ἀθηνῶν καὶ ὑπηρετεῖ στὸν Πανεπιστημιακὸ Ναὸ Εἰσοδίων Θεοτόκου Καπνικαρέας, πλησίον τοῦ μετὰ ταῦτα Μητροπολίτου Θεσσαλονίκης Παντελεήμονος Χρυσοφάκη, καὶ κατόπιν στόν Ἱερὸ Ναὸ Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος Πλάκας πλησίον τοῦ Πρωτοπρ. Μαρίου Δαπέργολα.
Κατὰ τὴν διάρκεια τῶν σπουδῶν του, ἐμπλέκεται ἐνεργὰ στὸ φοιτητικὸ κίνημα ὑπὲρ τῆς Ἐνώσεως τῆς Κύπρου μὲ τὴν Ἑλλάδα καὶ συνδεέται μὲ τὸν Ἐθνάρχη Ἀρχιεπίσκοπο Κύπρου Μακάριο καὶ ἄλλους Κυπρίους Ἱεράρχες καὶ κληρικούς.
Μετὰ τὴν λήψη τοῦ πτυχίου του, καὶ ἀφοῦ εἶχε ἐπιδείξει ἀξιοσημείωτες ἐπιδόσεις στὴν ἐκμάνθηση τῆς Ἑβραϊκῆς γλώσσας καὶ τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης γενικώτερα, ἀποστέλλεται μὲ εἰσήγηση τοῦ Γενικοῦ Διευθυντοῦ τῆς Ἀποστολικῆς Διακονίας, Καθηγητοῦ Βασ. Βέλλα, στὸ Πανεπιστήμιο τῆς Τυβίγγης (Tübingen) τῆς Γερμανίας, ὅπου καὶ ἀσχολήθηκε μὲ τήν Ἑρμηνεία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, τά Ἑβραϊκά, τίς Ἀρχαῖες Ἀνατολικὲς γλῶσσες καὶ τά Αἰγυπτικά/ἱερογλυφικά. Μετέσχε, μάλιστα, στὴν ὁμάδα ἐκδόσεως τοῦ κριτικοῦ κειμένου τοῦ μασσωριτικοῦ ἑβραϊκοῦ κειμένου τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης «BIBLIA HEBRAICA STUTTGARTENSIA» ὑπὸ τὸν καθηγητὴ Karl Elliger.
Ἐντάσσεται ὡς θεολόγος καθηγητὴς στὰ Ἑλληνικὰ Σχολεῖα Δευτεροβάθμιας ἐκπαιδεύσεως τοῦ Μονάχου.
Στὶς 3-6-1981, ἐντολῇ τοῦ Μητροπολίτου Γερμανίας Αὐγουστίνου ἐχειροτονήθη πρεσβύτερος ὑπὸ τοῦ Θεοφ. Ἐπισκόπου Ἀρίστης κ. Βασιλείου στόν Ἱ. Ν. τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου Παύλου Στουτγκάρδης καὶ διηκόνησε στό Μόναχο, τήν Τυβίγγῃ, τό Reutlingen καὶ τό Bielefeld.
Τό 1987 ἐπιστρέφει στὴν Ἑλλάδα καὶ διορίζεται καθηγητὴς σὲ Σχολεῖα τοῦ Πειραιῶς, ἐνῷ διακονεῖ ὡς Ἐφημέριος στὸ Πανεπιστημιακὸ Παρεκκλήσιο Καπνικαρέας.
Τό 1989 διορίζεται καθηγητὴς στὴν Ἱστορικὴ Ριζάρειο Ἐκκλησιαστικὴ Σχολή, παραδίδων μαθήματα Ἑρμηνείας Παλαιᾶς καὶ Καινῆς Διαθήκης καὶ Ἑβραϊκῶν μέχρι τῆς συνταξιοδοτήσεώς του, μέ ἀκροατές πλείστους ὅσους Ἱεράρχες, κληρικούς καὶ ἐπιστήμονες, πού εὐτύχησαν νὰ διδαχθοῦν καί νά μαθητεύσουν πλησίον του.
Ἀπὸ τοῦ ἔτους 1993 διορίζεται Προϊστάμενος τοῦ Ἱ. Ναοῦ Παναγίας Χρυσοκαστριωτίσσης Πλάκας καὶ στή συνέχεια Ἐφημέριος στὸν ἱστορικὸ Ναὸ τοῦ Ἁγίου Βασιλείου ὁδοῦ Μετσόβου, ὅπου καὶ διηκόνησε μέχρι τῆς ὁσιακῆς τελευτῆς του.
Συνέγραψε ἄρθρα καὶ μελέτες ἑρμηνευτικοῦ χαρακτῆρα.
Τά κηρύγματά του ἦταν μνημειώδη, λόγῳ εὑρύτητας χρήσεως τῆς Ἁγίας Γραφῆς, σύντομα καὶ λίαν ἐπιτυχῆ.
Τά τελευταῖα χρόνια τῆς ζωῆς του, παρ’ ὅτι δοκιμαζόταν ἀπό τό γῆρας, συμμετεῖχε ἀδιαλείπτως στή Λειτουργική ζωή τοῦ Ἱ. Ναοῦ Ἁγίου Βασιλείου καί μετελάμβανε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, τελῶν ὑπό τήν υϊική μέριμνα, φροντίδα και προστασία τοῦ πνευματικοῦ του τέκνου, Πανοσιολ. Ἀρχιμ. Δωροθέου Κιούση.
Ἡ Ἐξόδιος Ἀκολουθία τοῦ ἀποιχομένου ἐπιφανοῦς Ἑρμουπολίτου Κληρικοῦ θά τελεσθεῖ στόν Ἱερό Ναό τοῦ Ἁγίου Βασιλείου ὁδοῦ Μετσόβου τήν Πέμπτη 11 Μαρτίου καί ὥρα 1η μ.μ., στήν ὁποία θά συμμετάσχει, κατόπιν πλειστάκις, γραπτῶς καί προφορικῶς, ἐκπεφρασμένης ἐπιθυμίας του, ἀδείᾳ καί εὐλογίᾳ τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί Πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερωνύμου Β’, ὁ Σεβασμιώτατος κ. Δωρόθεος Β΄.
1