π. Δημητρίου Μπόκου
Τα παραμύθια λένε για έναν Πέρση βασιλιά που ζούσε ένα μεγάλο δράμα. Η γυναίκα του βρέθηκε να τον απατάει και αναγκάστηκε να την εκτελέσει. Έμαθε όμως ότι και πολλές άλλες γυναίκες έκαναν το ίδιο. Έτσι έχασε την εμπιστοσύνη του απέναντί τους και δεν τολμούσε να κάμει σύζυγό του καμμιά τους. Έβαλε λοιπόν τον βεζύρη του να του βρίσκει κάθε μέρα μία παρθένα, την παντρευόταν και μετά την πρώτη νύχτα του γάμου την εκτελούσε, για να μην προλάβει να τον απατήσει.
Έφτασε όμως η μέρα που ο βεζύρης δεν μπορούσε να του βρει άλλες νύφες. Προσφέρθηκε τότε, παρά την απροθυμία του πατέρα της, η ίδια η κόρη του βεζύρη, η όμορφη Σεχραζάτ, να γίνει η επόμενη νύφη. Τη νύχτα του γάμου τους η Σεχραζάτ αρχίζει να διηγείται στον βασιλιά ένα παραμύθι, αλλά ήρθε το πρωί χωρίς να το ολοκληρώσει. Ο βασιλιάς θέλοντας να ακούσει τη συνέχεια και το τέλος του παραμυθιού, αναγκάζεται να μην την εκτελέσει. Το άλλο βράδυ η Σεχραζάτ τελειώνει το παραμύθι, μα ξεκινάει αμέσως ένα άλλο και το αφήνει στη μέση. Ο βασιλιάς αναβάλλει για δεύτερη φορά την εκτέλεσή της. Με την εφευρετικότητα της Σεχραζάτ, αυτό παρατείνεται για χίλιες και μία νύχτες. Τότε ο βασιλιάς αποφασίζει επιτέλους να της χαρίσει τη ζωή και έτσι η Σεχραζάτ πετυχαίνει να μείνει για πάντα σύζυγός του και βασίλισσα.
Καθημερινά στη μελλοθάνατη σύζυγο χαριζόταν παράταση ζωής για μία και μόνο μέρα. Μα εκείνη την αξιοποιούσε τέλεια, ώστε να έχει πράγματι κάθε πρωί ο σύζυγός της έναν καλό λόγο για να της ανανεώνει το λιγοστό περιθώριο ζωής. Αποτέλεσμα; Με τον τρόπο αυτόν η έξυπνη Σεχραζάτ κέρδισε όχι μόνο ζωή, αλλά την πιο καλή ζωή, τη ζωή μιας βασίλισσας.
Αλλά κι εμείς, κάθε φορά που νέο έτος ανατέλλει, ευχόμαστε να φτάσουμε αισίως και στο τέλος του. Ζητάμε απ’ τον Θεό παράταση ζωής. Και όχι μόνο για τον χρόνο που αρχίζει. Αλλά για χρόνια πολλά. Όμως φροντίσαμε ποτέ να έχει ο Θεός έναν καλό λόγο, για να ανανεώνει συνεχώς το χρονικό μας περιθώριο; Του έχουμε αποδείξει ότι αξίζουμε την παράταση που ζητάμε; Πώς χρησιμοποιήσαμε τον χρόνο που μας δόθηκε; Και τί σκεπτόμαστε γι’ αυτόν που θα δοθεί; Τί αξιόλογο έχει το παρελθόν μας, που να εγγυάται για το μέλλον μας;
Κάνοντας αποτίμηση ζωής στα τριανταοχτώ του χρόνια ένας συγγραφέας, γράφει:
«Πέρασαν τα νιάτα με τα όνειρα… Τα γερατιά; Είναι ακόμα μακριά… Τί κέρδισα, τί έχασα στο μεγάλο τριανταοχτάχρονο παζάρι της ζωής μου; Και τότε είδα, και τότε ένιωσα, …πως κύλησαν ανόητα τα χρόνια τα τριανταοχτώ, πως σπαταλήθηκαν δίχως λογισμό και κρίση, δίχως στοχασμό και πείρα, δίχως ηδονή και πίκρα, σε μια τελμάτωση ζωής καθημερινής… Σπατάλησα τα κέρδητά μου δίχως να τα χαρώ. Κ’ ήταν ζημιές τα κέρδη, κέρδη οι ζημιές, που ισοσκέλιζαν απελπιστικά όλα τα φύλλα του μεγάλου βιβλίου… Κατάντησε μαγαζάκι η επιχείρηση, που πούλαγε αφιόνι με δράμι σ’ όσους ήθελαν να αποχτηνωθούν, όπως εγώ, όπως ο κόσμος όλος…» (Μ. Καραγάτσης, Το χαμένο νησί – Φανταστική νουβέλα).
Μήπως κι εμείς αφήσαμε και κύλησαν ανόητα τα χρόνια της ζωής μας; Μήπως και τα δικά μας όνειρα έσβησαν σε μια τελμάτωση ζωής; Αν ναι, καιρός για τη μεγάλη ανατροπή. Ας δώσουμε επιτέλους έναν καλό λόγο στον Θεό για την παράταση του χρόνου που ζητάμε. Θα τον πείσουμε πως ψάχνουμε όχι απλώς για μια χαμοζωή, αλλά για κείνη τη βασιλική ζωή, που έχει πρόθεση ο ίδιος να μας δώσει (Ιω. 10, 10);