Του Αλεξάνδρου Π. Κωστάρα
Ομότιμου Καθηγητή Νομικής Σχολής Πανεπιστημίου Θράκης
Για το περιστατικό με τον Πρύτανη του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών σήμερα ο λόγος. Οπως έγινε γνωστό από ΜΜΕ και ιδίως από σχετικό τηλεοπτικό ρεπορτάζ, αναρχικοί κουκουλοφόροι εισήλθαν υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες στο γραφείο του εν λόγω Πρύτανη και αφού τον έδεσαν στην καρέκλα του, τού κρέμασαν στον λαιμό μία ταμπέλα με το σύνθημα «αλληλεγγύη στις καταλήψεις» (!), ενώ έγραψαν με σπρέι στους τοίχους του γραφείου και σε διάφορα αντικείμενα αυτού το σήμα της ταυτότητάς τους. Δεν θα ασχοληθούμε εδώ με το ερώτημα, πώς υπό το νέο καθεστώς του ασύλου εισήλθαν ανενόχλητοι στο γραφείο του Πρύτανη οι κουκουλοφόροι. Ούτε πώς εξήλθαν αυτού μετά τις «ασελγείς» πράξεις τους σε αυτό, χωρίς να γίνουν αντιληπτοί ή να ελεγχθούν από κανέναν. Πρέπει όμως να σταθούμε με δέος μπροστά στην πιο πάνω ανατριχιαστική ταμπέλα που ξυπνάει μνήμες άλλων εποχών, για να δούμε τις πολλές «αγχόνες» του πολιτισμού μας που «κρέμονται» από αυτήν και στη συνέχεια να προσπαθήσουμε να τις εξουδετερώσουμε, εάν θέλουμε να διαφυλάξουμε τις αξίες που βρίσκονται με τη «θηλιά» στον «λαιμό» από τα ανοσιουργήματα των συγκεκριμένων δραστών.
Η συγκεκριμένη ταμπέλα ανεβάζει κατ’ αρχάς στο «ικρίωμα» την ακαδημαϊκή ελευθερία, την ελευθερία δηλ. της έκφρασης και της διακίνησης των ιδεών μέσα στον ακαδημαϊκό χώρο, όπου κατ’ εξοχήν εκδηλώνεται η ελευθερία αυτή. «Απαγχονίζει» ακόμη την προσωπική ελευθερία του καθενός να πράξει ή να μην πράξει κάτι αυτοβούλως. Πρωτίστως όμως ανεβάζει στην «αγχόνη» την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, όταν ο προπηλακισμός κάποιων ανθρώπων, αξιωματούχων ή απλών πολιτών, δεν αναλώνεται σε μία απλή προσβολή της τιμής τους, αλλά χρησιμοποιείται ως μέσο ακούσιας υπεράσπισης εκείνου που αποκρούουν. Ο μελλοθάνατος π.χ. πριν από την καρατόμησή του από τους τζιχαντιστές, δεμένος πισθάγκωνα, αναγκάζεται να φέρει στον τράχηλό του την ταμπέλα που δοξάζει τον «Προφήτη» («ο Αλλάχ είναι μεγάλος»), ο προσηλωμένος στα δημοκρατικά ιδεώδη πολίτης διαπομπεύεται από ομάδα αναρχο-φασιστών που τον απομονώνουν κάποια στιγμή και του κρεμούν στον λαιμό την ταμπέλα με το σύνθημα «ζήτω η αναρχία ή ο φασισμός», ο Πρύτανης του εν λόγω περιστατικού υποχρεώνεται μέσα στο γραφείο του να εκφράσει διά της σχετικής αναιδούς ταμπέλας στον λαιμό του, εκείνο ακριβώς που υπηρετούν οι κουκουλοφόροι: Την αλληλεγγύη στις καταλήψεις, αυτό το σύγχρονο «καρκίνωμα» στον «κορμό» της δημοκρατίας. Παλιότερα τα καλά αυτά παιδιά είχαν χτίσει μέσα στο γραφείο του έναν άλλο Πρύτανη!
Η μνήμη μας είναι συνδεδεμένη με ταμπέλες διαπόμπευσης που κρεμούσαν φασιστικά ή αυταρχικά καθεστώτα στους εχθρούς του συστήματος. Στους Εβραίους, στους αντάρτες ή στους αντικομφορμιστές τέντυ-μπόυς της δεκαετίας του πενήντα. Εάν όμως οι ταμπέλες των ναζιστών ή των φρουρών του καθωσπρεπισμού, που είχε επιβάλει η άρχουσα τάξη, διαπόμπευαν τα θύματά τους απαξιώνοντας αυτό που ήσαν, οι ταμπέλες των κουκουλοφόρων και των άλλων βαθαίνουν τη διαπόμπευση, διότι εκτός των άλλων παρουσιάζουν τα θύματά τους με την εικόνα εκείνου που δεν είναι. Με τέτοιες ταμπέλες δεν αλλάζει ασφαλώς η πραγματικότητα, επειδή έτσι την προβάλλουν οι εικόνες που δείχνουν οι σχετικές «κρεμάλες». Μεταβάλλεται όμως δραματικά άγρια το ανθρώπινο «τοπίο», καθώς με τις ταμπέλες αυτές γυρίζει πολύ πίσω το «ρολόι» της ιστορίας. Γι’ αυτό σε τελευταία ανάλυση ταμπέλες διαπόμπευσης σαν τις προαναφερθείσες «απαγχονίζουν» συλλήβδην τις αξίες του πολιτισμού μας. Είναι ο πολιτισμός στον οποίο δεν πιστεύουν οι «ρουβίκωνες» και οι άλλες αναρχικές συλλογικότητες, με ή χωρίς κουκούλα, που δημιούργησαν το εν λόγω συμβάν στο γραφείο του Πρύτανη του Οικονομικού Πανεπιστημίου. Το σχετικό σύνθημά τους το διαβάζουμε κάθε μέρα σε κάθε γωνιά στις “εφημερίδες” του τοίχου: «Κάτω ο πολιτισμός»! Με το σύνθημα αυτό οι «συντάκτες» των σχετικών «εφημερίδων» ομολογούν εμμέσως πλην σαφώς ότι είναι κανίβαλοι. Διότι μόνον αυτοί δεν έχουν πολιτισμό, αφού τρώει ο ένας τον άλλον. Σε άλλα «άρθρα» τους γραμμένα και αυτά στις «εφημερίδες» του τοίχου δεν διστάζουν να γίνουν «καρυοθραύστες» του φασισμού φωνάζοντας: «τσακίστε τον φασισμό». Μας το λένε άλλωστε πολύ συχνά και στις συγκεντρώσεις ή στις διαδηλώσεις τους. Διαμαρτύρονται όμως πάντα για τον φασισμό των άλλων. Ποτέ για τον δικό τους φασισμό!
Αυτούς λοιπόν τους κανίβαλους που «τρώνε» τις αξίες του πολιτισμού μας και «κρεμάνε» τα αγαθά των πολιτών που προστατεύει το Σύνταγμα, δεν τους εγγίζουν τα συναισθήματα αποστροφής και αγανάκτησης που νιώθουμε από τις πράξεις τους όσοι είμαστε έξω από την εμβέλεια του στερεοτύπου τους. Ούτε έχει κάποιο νόημα να προσπαθήσουμε να κάνουμε διάλογο μαζί τους, για να τους υποδείξουμε το άτοπο της συμπεριφοράς τους. Ο,τι και να τους πεις, αυτοί θα συνεχίσουν να ζουν στον κόσμο τους. Εναν κόσμο μηδενισμού και αναρχίας, εμπνεόμενοι και καθοδηγούμενοι από τις αρχές του. Εχουν «ευνουχίσει» τη συνείδησή τους και έχουν σκληρύνει τόσο πολύ την καρδιά τους, ώστε να μη θέλουν να δουν αυτά που βλέπουμε όλοι εμείς οι άλλοι ή να ακούσουν όσα υπαγορεύει ο ορθός λόγος. Τη συμβουλή για τη στάση μας απέναντι σε αυτούς τους ανθρώπους μάς τη δίνει πολύ πειστικά ο Απόστολος Παύλος, ο οποίος μας ανοίγει και τον «δρόμο» που πρέπει να βαδίσουμε: «Αιρετικόν άνθρωπον μετά μίαν και δευτέραν νουθεσίαν παραιτού, ειδώς ότι εξέστραπται ο τοιούτος», (Τιτ γ΄ 10).
Βεβαίως η αδυναμία διαλόγου με τους κουκουλοφόρους και τους άλλους αναρχικούς συνοδοιπόρους τους δεν σημαίνει ότι πρέπει να τους παραδώσουμε τα αξιακά φορτία του πολιτισμού μας και τους θεσμούς του δημοκρατικού μας πολιτεύματος, για να τα αναλώσουν κατά το δοκούν. Η Πολιτεία, αφού πρώτα τους χαρακτηρίσει ως εσωτερικούς εχθρούς της, όπως πραγματικά είναι, πρέπει να τους αντιμετωπίσει αυστηρά. Προς τον σκοπό αυτό οφείλει η Κυβέρνηση να «θωρακίσει» με πρόσθετα μέτρα τον εξορθολογισμένο από αυτήν θεσμό του ασύλου, ώστε να οδηγούνται στην φυλακή όχι για τα ανατρεπτικά φρονήματά τους αλλά για τις εγκληματικές πράξεις τους, όσοι προσβάλλουν με περισσή αναίδεια προστατευόμενα από το Σύνταγμα αγαθά. Οσο για τη συντροφιά της «αριστεράς του τίποτα», που είναι σήμερα αξιωματική αντιπολίτευση και «χύνει» υποκριτικά «δάκρυα» για τα ανδραγαθήματα των δικών της παιδιών, πρέπει να παρατηρηθεί ότι η συμπεριφορά της δεν πείθει κανέναν. Αντιθέτως εξοργίζει πολλούς. Δεν είναι ούτε συνεπές ούτε έντιμο, από την μία μεριά να «επωάζεις» τα «αυγά του φιδιού» της αναρχίας στους κόλπους σου και από την άλλη να θρηνείς μαζί με τα θύματά της και όλους εμάς τους συμπάσχοντες για τα δηλητηριώδη «δαγκώματα» των «φιδιών» της.