Οι δύο μεγάλες δεσποτικές εικόνες του Χριστού και της Παναγίας που προέρχονται από το παρεκκλήσιο του Αγ. Ιακώβου στο κατεχόμενο Τρίκωμο στην Κύπρο, τελικά επαναπατρίζονται. Οι δύο εικόνες είχαν εντοπιστεί στην Ελβετία το 2007 στην κατοχή του ρώσου εμπόρου τέχνης Αλεξάντρ Κοτσίνσκι. Mετά από συμβιβαστικό διακανονισμό που υπογράφηκε μεταξύ του Κοτσίνσκι και της Εκκλησίας της Κύπρου στις 23 Δεκεμβρίου 2015 οι εικόνες θα επιστρέψουν έναντι του ποσού των 70.000 Ελβετικών φράγκων.
Η ιστορία που αφορά τον εντοπισμό των εικόνων έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον όπως την εξιστορεί η Μαρία Παφίτη η οποία τις είχε εντοπίσει: Την άνοιξη του 2007 ο Αλεξάντρ Κοτσίνσκι, Ρώσος έμπορος τέχνης, επισκέφθηκε τη Μαρία Παφίτη ειδική σύμβουλο στη Βυζαντινή Τέχνη που εργαζόταν στους Christie’s στο Λονδίνο και την ενημέρωσε ότι θέλει να πωλήσει τη συλλογή των εικόνων του, οι οποίες βρίσκονταν σε θυρίδες φύλαξης έργων τέχνης στη Ζυρίχη. Το καλοκαίρι του 2007 η ίδια επισκέφτηκε τις θυρίδες, είδε τις εικόνες και το φθινόπωρο του 2007 συνόδευσε στις θυρίδες έναν Ευρωπαίο συλλέκτη ο οποίος ήθελε να αποκτήσει μέσω ιδιωτικής αγοράς κάποιες εικόνες.
Ο συλλέκτης επέλεξε 25 εικόνες, συμπεριλαμβανομένων και των δύο εικόνων του Τρικώμου. Για την ολοκλήρωση της συναλλαγής, ο συλλέκτης ζήτησε να λάβει για κάθε εικόνα (α) περιγραφή της κατάστασής και (β) έκθεση για την ιστορία και τέχνη. Για την περιγραφή της κατάστασης της κάθε εικόνας η κα. Παφίτη επέλεξε να συνεργαστεί με το συντηρητή Laurence Morrocco, ενώ για τις εκθέσεις επέλεξε τον καθηγητή της, ιστορικό Βυζαντινής τέχνης, Robin Cormack.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι δύο εικόνες φέρουν την υπογραφή του αγιογράφου “Μελετίου του Κρητός” και η εκτέλεσή τους ακολουθεί την Κρητική τεχνοτροπία. Οι εικόνες δεν ήταν καταχωρημένες σε βάσεις κλεμμένων πολιτιστικών αγαθών (π.χ. Interpol, Art Loss Register). Οπότε, ως Κρητικές εικόνες, οι οποίες δεν ήταν πουθενά δηλωμένες ως κλεμμένες, λογικά θα μπορούσαν να πωληθούν.
Όμως, ο Robin Cormack αναγνώρισε τις εικόνες και ανέφερε σε έκθεσή του ότι προέρχονταν από τον Άγιο Ιάκωβο του Τρικώμου. Συγκεκριμένα, ο καθηγητής ήταν παρών στο Κρητολογικό συνέδριο το 1976, όπου ο Δρ. Θανάσης Παπαγεωργίου παρουσίασε τις δύο εικόνες. Έχοντας υπ’ όψην της τα παραπάνω, η κα Παφίτη αποφάσισε να μην προχωρήσει στην πώληση των εικόνων. Για αυτή της την απόφαση, ενημέρωσε τόσο το νομικό τμήμα των Christie’s, όσο και τον ιδιοκτήτη Κοτσίνσκι, αλλά και τον αγοραστή.
Οι Christie’s της ζήτησαν να μην αναμειχθεί περαιτέρω με τις εικόνες, λόγω του ότι δεν ήθελαν να ασχοληθεί με τη διαπραγμάτευση κλεμμένων έργων, αλλά και ούτε θα ήταν ωφέλιμο για τον οίκο. Παρόλα αυτά, λόγω του ότι οι εικόνες προέρχονται από τον τόπο καταγωγής της, όπως σημειώνει η ίδια, «ζήτησα να μου επιτρέψουν τουλάχιστον να φέρω σε επαφή τον ιδιοκτήτη με την Κύπρο, ώστε να γίνει ένας διακανονισμός μεταξύ τους».
Ο ιδιοκτήτης την εξουσιοδότησε να δώσει τα στοιχεία του σε όποιον θεωρούσε καταλληλότερο στην Κύπρο. Αποφάσισε να μιλήσει με τον Στυλιανό Περδίκη διευθυντή του Μουσείου της Ιεράς Μονής του Κύκκου, τον οποίο συνάντησε και μίλησαν για τις εικόνες στο τέλος του Δεκέμβρη 2007. Στη συνέχεια, ο Σττυλιανός Περδίκης με συναίνεση του Επίσκοπου Κύκκου Νικηφόρου και έξοδα της Μονής πήγε στη Ζυρίχη, συναντήθηκε με τον Αλεξάντρ Κοτσίνσκι και είδε τις εικόνες. Αν και στο διάστημα που μεσολάβησε, από τότε μέχρι πρόσφατα, η ίδια δεν είχε επίσημη ενημέρωση από μέρους της Κύπρου, είχε επικοινωνία με τον Κοτσίνσκι και υποστήριζε ότι οι εικόνες έπρεπε να επιστραφούν στην Κύπρο και ότι η καλύτερή του επιλογή ήταν να συμβιβαστεί με ένα συμβολικό ποσό που θα αφορούσε τη φύλαξη των εικόνων ενώ επεσήμανε στο δικηγόρο του Κοτσίνσκι ότι οι εικόνες ήταν σεσημασμένες και δε θα βρισκόταν κανένας λογικός άνθρωπος για να τις αγοράσει. Να σημειωθεί ότι το 2004 τό Ελβετικό κράτος κατακύρωσε τις συμφωνίες της UNESCO (1970) καθώς και τη συμφωνία της Χάγης οι πρόνοιες των οποίων απαγορεύουν την αγοραπωλησία κλεμμένων πολιτιστικών θησαυρών.
Η περίπτωση των δύο εικόνων καταγγέλθηκε από τον κ. Περδίκη στην Ίντερπολ, αυτές κατασχέθηκαν και το θέμα άρχισε να χειρίζεται η Εκκλησία της Κύπρου. Μετά από αρκετά χρόνια διαπραγματεύσεων η Εκκλησία αποφάσισε να μην μπει σε δικαστικούς αγώνες διεκδίκησης των εικόνων λόγω του ψηλού κόστους που απαιτείτο και δέχτηκε τον συμβιβαστικό διακανονισμό.
Το συμβόλαιο επιστροφής των εικόνων αναφέρει σαφώς: «Παρά το γεγονός ότι ο ιδιοκτήτης είναι ο νόμιμος ιδιοκτήτης των εικόνων (αγορά καλή τη πίστη βάση του ελβετικού νόμου) και μέχρι στιγμής δεν είναι υποχρεωμένος να επιστρέψει τις εικόνες στον ενάγοντα (Εκκλησία της Κύπρου) διότι δεν υπάρχει καμία εκτελεστή απόφαση της Κύπρου για την επιστροφή των εικόνων, αλλά υπέρ της προστασίας των ξένων πολιτιστικών αγαθών, ο ιδιοκτήτης συμφωνεί να επιστρέψει τα έργα στον ενάγοντα.»
Η ιστορία που αφορά τον εντοπισμό των εικόνων έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον όπως την εξιστορεί η Μαρία Παφίτη η οποία τις είχε εντοπίσει: Την άνοιξη του 2007 ο Αλεξάντρ Κοτσίνσκι, Ρώσος έμπορος τέχνης, επισκέφθηκε τη Μαρία Παφίτη ειδική σύμβουλος στη Βυζαντινή Τέχνη που εργαζόταν στους Christie’s στο Λονδίνο και την ενημέρωσε ότι θέλει να πωλήσει τη συλλογή των εικόνων του, οι οποίες βρίσκονταν σε θυρίδες φύλαξης έργων τέχνης στη Ζυρίχη. Το καλοκαίρι του 2007 η ίδια επισκέφτηκε τις θυρίδες, είδε τις εικόνες και το φθινόπωρο του 2007 συνόδευσε στις θυρίδες έναν Ευρωπαίο συλλέκτη ο οποίος ήθελε να αποκτήσει μέσω ιδιωτικής αγοράς κάποιες εικόνες (η ιδιωτική αγορά -private sale- είναι συνηθισμένη διαδικασία στους οίκους δημοπρασιών).
Ο συλλέκτης επέλεξε 25 εικόνες, συμπεριλαμβανομένων και των δύο εικόνων του Τρικώμου. Για την ολοκλήρωση της συναλλαγής, ο συλλέκτης ζήτησε να λάβει για κάθε εικόνα (α) περιγραφή της κατάστασής / condition report και (β) έκθεση για την ιστορία και τέχνη. Για την περιγραφή της κατάστασης της κάθε εικόνας η κα. Παφίτη επέλεξε να συνεργαστεί με το συντηρητή Laurence Morrocco, ο οποίος είχε συντηρήσει τις τοιχογραφίες της Λύσης όταν έφτασαν στο ίδρυμα Μενίλ στο Τέξας ενώ για τις εκθέσεις επέλεξε τον καθηγητή της, ιστορικό Βυζαντινής τέχνης, Robin Cormack.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι δύο εικόνες φέρουν την υπογραφή του αγιογράφου “Μελετίου του Κρητός” και η εκτέλεσή τους ακολουθεί την Κρητική τεχνοτροπία. Οι εικόνες δεν ήταν καταχωρημένες σε βάσεις κλεμμένων πολιτιστικών αγαθών (π.χ. Interpol, Art Loss Register). Οπότε, ως Κρητικές εικόνες, οι οποίες δεν ήταν πουθενά δηλωμένες ως κλεμμένες, λογικά θα μπορούσαν να πωληθούν.
Όμως, ο Robin Cormack αναγνώρισε τις εικόνες και ανέφερε σε έκθεσή του ότι προέρχονταν από τον Άγιο Ιάκωβο του Τρικώμου. Συγκεκριμένα, ο καθηγητής ήταν παρών στο Κρητολογικό συνέδριο το 1976, όπου ο Δρ. Θανάσης Παπαγεωργίου παρουσίασε τις δύο εικόνες. Έχοντας υπ’ όψην της τα παραπάνω, η κα Παφίτη αποφάσισε να μην προχωρήσει στην πώληση των εικόνων. Για αυτή της την απόφαση, ενημέρωσε τόσο το νομικό τμήμα των Christie’s, όσο και τον ιδιοκτήτη Κοτσίνσκι, αλλά και τον αγοραστή.
Οι Christie’s της ζήτησαν να μην αναμειχθεί περαιτέρω με τις εικόνες, λόγω του ότι δεν ήθελαν να ασχοληθεί με τη διαπραγμάτευση κλεμμένων έργων, αλλά και ούτε θα ήταν ωφέλιμο για τον οίκο. Παρόλα αυτά, λόγω του ότι οι εικόνες προέρχονται από τον τόπο καταγωγής της, όπως σημειώνει η ίδια, «ζήτησα να μου επιτρέψουν τουλάχιστον να φέρω σε επαφή τον ιδιοκτήτη με την Κύπρο, ώστε να γίνει ένας διακανονισμός μεταξύ τους».
Ο ιδιοκτήτης την εξουσιοδότησε να δώσει τα στοιχεία του σε όποιον θεωρούσε καταλληλότερο στην Κύπρο. Αποφάσισε να μιλήσει με τον Στυλιανό Περδίκη διευθυντή του Μουσείου της Ιεράς Μονής του Κύκκου, τον οποίο συνάντησε και μίλησαν για τις εικόνες στο τέλος του Δεκέμβρη 2007. Στη συνέχεια, ο Σττυλιανός Περδίκης με συναίνεση του Επίσκοπου Κύκκου Νικηφόρου και έξοδα της Ιεράς Μονής Κύκκου πήγε στη Ζυρίχη, συναντήθηκε με τον Αλεξάντρ Κοτσίνσκι και είδε τις εικόνες. Αν και στο διάστημα που μεσολάβησε, από τότε μέχρι πρόσφατα, η ίδια δεν είχε επίσημη ενημέρωση από μέρους της Κύπρου, είχε επικοινωνία με τον Κοτσίνσκι και υποστήριζε ότι οι εικόνες έπρεπε να επιστραφούν στην Κύπρο και ότι η καλύτερή του επιλογή ήταν να συμβιβαστεί με ένα συμβολικό ποσό που θα αφορούσε τη φύλαξη των εικόνων ενώ επεσήμανε στο δικηγόρο του Κοτσίνσκι ότι οι εικόνες ήταν σεσημασμένες και δε θα βρισκόταν κανένας λογικός άνθρωπος για να τις αγοράσει. Να σημειωθεί ότι το 2004 τό Ελβετικό κράτος κατακύρωσε τις συμφωνίες της UNESCO (1970) καθώς και τη συμφωνία της Χάγης οι πρόνοιες των οποίων απαγορεύουν την αγοραπωλησία κλεμμένων πολιτιστικών θησαυρών.
Η περίπτωση των δύο εικόνων καταγγέλθηκε από τον κ. Περδίκη στην Ίντερπολ, κατασχέθηκαν οι εικόνες και το θέμα άρχισε να χειρίζεται η Εκκλησία της Κύπρου. Μετά από αρκετά χρόνια διαπραγματεύσεων η Εκκλησία αποφάσισε να μην μπει σε δικαστικούς αγώνες διεκδίκησης των εικόνων λόγω του ψηλού κόστους που απαιτείτο και δέχτηκε συμβιβαστικό διακανονισμό που υπογράφηκε στις 23 Δεκεμβρίου 2015 και προνοεί την να επιστροφή των εικόνων στην Κύπρο έναντι του ποσού των 70,000 Ελβετικών φράγκων. – See more at: http://www.philenews.com/el-gr/politismos/518/294675/epanapatrizontai-oi-eikones-tou-trikomou#sthash.fNtJvZ78.dpuf
Πηγή: www.philenews.com