Της Ελενας Τσακίρη
Ένα από τα πιο επιβλητικά έργα της εκκλησιαστικής τέχνης είναι οι καμπάνες. Η κωδωνοκρουσία, ανάλογα με τον ήχο, καλεί σε μια λατρευτική σύναξη, γιορτάζει ένα χαρούμενο γεγονός, προειδοποιεί ή θρηνεί για ένα λυπητερό γεγονός. Στην Ελλάδα, η τέχνη δημιουργίας καμπανών και κωδωνών έχει περιοριστεί αρκετά στη σύγχρονη εποχή, όμως εξακολουθούν να υπάρχουν επαγγελματίες που αγαπούν να ασχολούνται με τη χύτευση και η παραγωγή τους έχει ξεφύγει από τα εθνικά σύνορα. Η καμπάνα, ακόμα και μετά την έλευση των τεχνολογικών μέσων, συνεχίζει να έχει δυναμική παρουσία στη λατρευτική μας παράδοση. Η ζήτηση έχει περιοριστεί λόγω κρίσης, όμως τα χυτήρια για την κατασκευή τους εξακολουθούν ακάματα το έργο τους, εξελίσσοντας τόσο τον τρόπο παραγωγής όσο και τα ιδιαίτερα στοιχεία στολισμού μιας καμπάνας, που χαρακτηρίζουν τον κατασκευαστή.
Ο Θωμάς Γαλανόπουλος ξεκίνησε από το Δημοτικό να δουλεύει στην επιχείρηση που είχε η οικογένειά του στην Παραμυθιά. Η δουλειά αυτή ήταν οικογενειακή υπόθεση, αφού περνούσε από τα χέρια του πατέρα στον γιο της οικογένειας για πολλά χρόνια. Ο κ. Γαλανόπουλος μετράει ήδη 45 χρόνια χειρωνακτικής εργασίας στο χυτήριο. Κι αν, όταν ξεκίνησε, ο ανταγωνισμός σε αυτή τη δουλειά ήταν μεγάλος, με το πέρασμα των χρόνων πολλά επαγγέλματα χάθηκαν και η κατασκευή καμπανών και κωδωνών έγινε «τέχνη για τους λίγους». Μιλώντας στην «Κιβωτό της Ορθοδοξίας», ο κ. Γαλανόπουλος εξηγεί πώς πήρε μια μικρή οικογενειακή επιχείρηση και την επέκτεινε, με αποτέλεσμα αυτή τη στιγμή να είναι ο ένας από τους δύο μεγαλύτερους κατασκευαστές καμπανών στη χώρα.
Η κρίση
«Έχασα τον πατέρα μου στα 12 μου χρόνια και αποφάσισα να αναλάβω την επιχείρηση μόνος μου. Ήδη, από πολύ μικρός, μετά το σχολείο πήγαινα και δούλευα εκεί. Την αγαπούσα τη δουλειά, μου άρεσε να δουλεύω στο χυτήριο και γι’ αυτό αποφάσισα όχι μόνο να κρατήσω τη μικρή βιοτεχνία, αλλά και να την εξελίξω περαιτέρω. Ξεκίνησε ως μια μικρή οικογενειακή επιχείρηση και τώρα έχω ανοίξει διαύλους επικοινωνίας και συνεργασίας σε όλη τη χώρα και στο εξωτερικό, καθώς η ζήτηση είναι μεγάλη. Αυτή τη στιγμή έχω στην Παραμυθιά, που έχει μεγάλη παράδοση στην παραγωγή καμπανών, το εργοστάσιο και διατηρώ και κατάστημα με έκθεση στον Πειραιά».
Ερωτώμενος αν η κρίση σε ένα τόσο εξειδικευμένο επάγγελμα τον επηρέασε, απαντάει θετικά. «Όλους μάς επηρέασε, λίγο ή πολύ. Η ζήτηση έπεσε στο μισό κι αν δεν είχα επεκτείνει τις δουλειές μου στο εξωτερικό, αλλά και σε άλλους ιδιώτες, δεν ξέρω αν θα τα κατάφερνα. Αυτή τη στιγμή, η μισή μου παραγωγή φεύγει στο εξωτερικό. Παρά το γεγονός ότι είμαστε μόνο δύο επιχειρηματίες στην Ελλάδα που ασχολούμαστε με τη δημιουργία καμπανών, η ζήτηση βρίσκεται σε χαμηλά επίπεδα στη χώρα. Ενδεικτικό είναι ότι παλιά κατασκεύαζα καμπάνες συνολικά πάνω από 70 τόνους και τώρα έχω πέσει στους 40 τόνους. Από αυτούς, οι 15 με 20 τόνοι αφορούν παραγγελίες του εξωτερικού».
Παλιά κατασκεύαζα καμπάνες συνολικά πάνω από 70 τόνους και τώρα έχω πέσει στους 40 τόνους
Πόσο εύκολο είναι να ασχοληθεί κάποιος με την κατασκευή καμπανών; Όχι πολύ, καθώς η τεχνογνωσία, σύμφωνα με τον κ. Γαλανόπουλο, έχει περιοριστεί πλέον σε πολύ λίγους. Η παράδοση σιγά-σιγά χάθηκε στον χρόνο και έμειναν πολύ λίγοι να γνωρίζουν να δουλεύουν το μέταλλο και να ελίσσονται στον χώρο. «Δεν είναι τυχαίο ότι εκείνοι που ασχολούνται με αυτό το είδος εκκλησιαστικής τέχνης συνεχίζουν την οικογενειακή παράδοση. Όπως ακριβώς ξεκίνησα κι εγώ, θα πρέπει να ασχοληθείς από μικρός με την τέχνη της καμπάνας, να την αγαπήσεις. Πάντα υπάρχει μέλλον σε κάτι που σε ενδιαφέρει, αρκεί να το κυνηγήσεις και να δεις τις διεξόδους που σου προσφέρει. Όμως, ακόμα και στη δική μου δουλειά, τα δικά μου παιδιά θέλω να βάλω για να συνεχίσουν όλα την επιχείρηση που έχτισα μόνος μου, πάνω σε μια μικρή, οικογενειακή βιοτεχνία».
Όπως ακριβώς ξεκίνησα κι εγώ, θα πρέπει να ασχοληθείς από μικρός με την τέχνη της καμπάνας, να την αγαπήσεις
«Όμορφο συναίσθημα»
Όπως ακριβώς η ιστορία της καμπάνας διατρέχει την ιστορία της Ορθοδοξίας, έτσι και οι οικογενειακές επιχειρήσεις που ειδικεύονται στην εκκλησιαστική τέχνη έχουν να προσφέρουν πολύ ενδιαφέρουσες πληροφορίες. «Ψάχνοντας και συζητώντας με διάφορους, ανακάλυψα την παλαιότερη καμπάνα που έχει φτιάξει ένας πρόγονός μου και η οποία βρίσκεται ακόμα σε μια παλιά εκκλησία. Είναι φτιαγμένη το 1803, τουλάχιστον 212 χρόνια πριν. Ήταν πολύ όμορφο το συναίσθημα να βλέπω πως διατηρείται στον χρόνο ένα έργο που προέρχεται από την ιστορία της οικογένειάς μου. Κι αυτό ακριβώς προσπαθώ να κάνω κι εγώ στις δικές μου κατασκευές. Να δίνω εγγύηση εφ’ όρου ζωής στις καμπάνες μου».
Η κατασκευή καμπανών, ανάλογα με το είδος και το μέγεθος, ποικίλλει ως προς το πόσο χρόνο χρειάζεται για την κατασκευή τους. Ο κ. Γαλανόπουλος μέσα σε τρεις ημέρες μπορεί να κατασκευάσει ακόμα και 1.500 κιλά στο σύνολο. Φτιάχνει μικρές καμπάνες, από 5 κιλά έως και έναν τόνο. Η μεγαλύτερη που έχει φτιάξει έως τώρα έφτανε τους 3,5 τόνους και ήταν παραγγελία από μία εκκλησία στον Εύοσμο Θεσσαλονίκης.
Η επιχείρηση βέβαια έχει ανοίξει τις δουλειές της και σε άλλες χώρες και καλύπτει πλέον παραγγελίες από την Αμερική, τη Γερμανία, σχεδόν το σύνολο της Ανατολικής Ευρώπης, το Ισραήλ, την κάτω Αίγυπτο και την Ιορδανία. Το συγκεκριμένο άνοιγμα έγινε πριν από 20 χρόνια, πολύ πριν από την κρίση, όμως η ζήτηση, απ’ ό,τι φαίνεται, στο εξωτερικό συνεχίζει να υπάρχει. «Το καλούπι και το σχέδιο είναι αυτά που ξεχωρίζουν τη δουλειά του κάθε μάστορα. Όταν έρχονται σε εμάς για παραγγελίες, ξέρουμε ότι ζητάνε το δικό μας σχέδιο. Με τα χρόνια έχουμε κάνει μικροαλλαγές στα καλούπια και έχουμε αλλάξει τον σχεδιασμό μας, χωρίς όμως να έχουμε προχωρήσει σε μεγάλες αλλαγές. Οι νέες τάσεις έχουν επηρεάσει σε μικρό βαθμό τον σχεδιασμό».
Από την προχριστιανική εποχή της εθνικής λατρείας
Σύμφωνα με τοποθέτηση του Αρχιμανδρίτη Σεραπίωνος Μιχαλάκη στη Συνοδική Επιτροπή επί της Εκκλησιαστικής Τέχνης και Μουσικής, η χρήση της καμπάνας είναι αρχαιότατη. Τη συναντάμε στην προχριστιανική εποχή της εθνικής λατρείας, όπως επίσης και στους Σύρους, τους Αιγυπτίους και τους Ρωμαίους.
Στην Ορθόδοξη Εκκλησία, οι καμπάνες εισήχθησαν από τη Δύση κατά τον 9ο αιώνα
«Η ιστορία της καμπάνας, ως οργάνου εκκλησιαστικής χρήσεως και υφής, ανάγεται στους πρώτους χριστιανικούς αιώνες, αμέσως μετά το τέλος των διωγμών. Τα σκοτεινά και δύσκολα εκείνα χρόνια, υπήρχαν οι λεγόμενοι “θεοδρόμοι” ή “λαοσυνάκται”, οι οποίοι γυρνούσαν από σπίτι σε σπίτι και ειδοποιούσαν τους χριστιανούς για τον τόπο και την ώρα της λατρείας των. Πολλές φορές όμως και ο ίδιος ο ιερουργός κατά την απόλυση της συνάξεως ενημέρωνε τους πιστούς για την επόμενη σύναξή των. Στην Ορθόδοξη Εκκλησία, οι καμπάνες εισήχθησαν από τη Δύση κατά τον 9ο αιώνα. Από ιστορικές πηγές πληροφορούμαστε ότι ο Βυζαντινός αυτοκράτορας Μιχαήλ (στα μέσα του 9ου αιώνα) τίμησε τον δούκα της Ενετίας Ούρσο με το αξίωμα του πρωτοσπαθάριου του βυζαντινού θρόνου. Ανταποδίδοντας ο Ούρσος αυτή την τιμή, πρόσφερε στον αυτοκράτορα δώδεκα υπερμεγέθεις καμπάνες, που τις κρέμασαν σε ιδιαίτερο πύργο, στην αυλή του Ναού της Αγίας Σοφίας, στην Κωνσταντινούπολη. Προοδευτικά, οι καμπάνες καθιερώθηκαν στην ορθόδοξη λατρεία. Οι σπουδαιότεροι κατασκευαστές καμπάνας υπήρξαν τεχνίτες από το Βέλγιο και την Ολλανδία. Η μεγαλύτερη καμπάνα του κόσμου βρίσκεται στη Μόσχα. Κατασκευάστηκε κατά τα έτη 1733- 1735 και ζυγίζει 180.000 περίπου κιλά. Το 1737, στη διάρκεια μιας πυρκαγιάς, έσπασε και έτσι δεν ήχησε ποτέ. Στην Ελλάδα, στα χρόνια της τουρκοκρατίας απαγορεύθηκε η χρήση της καμπάνας, για να μην ταράσσεται ο ύπνος των νεκρών μουσουλμάνων, σύμφωνα με τη δική τους θρησκευτική αντίληψη. Εξαίρεση αποτελούσαν το Άγιον Όρος, τα Ιωάννινα και μερικά νησιά, όπου επιτρεπόταν η χρήση της καμπάνας ως ειδικό προνόμιο».
Στη Ρωσία υπάρχει ακόμα και σχολή κωδωνοκρουσίας. Ο κωδωνοκρούστης έχει εξελιχθεί σε πραγματικό τεχνίτη, με τους μαθητευόμενους να επιβάλλεται να γνωρίζουν βασικούς κανόνες μουσικής
Στη σύγχρονη εποχή
Η καμπάνα θεωρείται αναπόσπαστο κομμάτι της ορθόδοξης λατρείας. Αναγγέλλει την έναρξη μιας Ιεράς Ακολουθίας αλλά και κάποιο έκτακτο γεγονός. Ο ρυθμός και οι χτύποι εναλλάσσονται ανάλογα με το συναίσθημα που θέλει να περάσει το χτύπημα της καμπάνας. Αν και στο παρελθόν έχει τεθεί αρκετές φορές ακόμα και ζήτημα ηχορρύπανσης, με καταγγελίες, ο ήχος της καμπάνας δεν θα μπορούσε να λείπει από τη θρησκευτική λατρεία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα «σιωπηλής» Ανάστασης ήταν όταν πέρσι, σε ένα χωριό της Αχαΐας, ο παπάς της ενορίας ανακάλυψε το Μεγάλο Σάββατο ότι ιερόσυλοι είχαν κλέψει, εκτός από το παγκάρι, και την καμπάνα της εκκλησίας. Οι κάτοικοι του χωριού είχαν αναστατωθεί, καθώς το αναμενόμενο χτύπημα της καμπάνας εκείνη την ημέρα δεν έγινε.
Μια αρκετά ενδιαφέρουσα πληροφορία για τον ήχο της καμπάνας και πώς αυτός συνδέεται με τη θρησκευτική λατρεία είναι το γεγονός ότι στη Ρωσία υπάρχει ακόμα και σχολή κωδωνοκρουσίας. Ο κωδωνοκρούστης έχει εξελιχθεί σε πραγματικό τεχνίτη, με τους μαθητευόμενους να επιβάλλεται να γνωρίζουν βασικούς κανόνες μουσικής. Στην αίθουσα των μαθημάτων υπάρχει ένα σετ από τις 7 βασικές καμπάνες, τον χειρισμό των οποίων πρέπει να γνωρίζει ο κωδωνοκρούστης. Οι μαθητευόμενοι παίρνουν μαθήματα για δύο μήνες και μετά πηγαίνουν στις ενορίες τους για πρακτική. Μάλιστα, η συγκεκριμένη πρακτική ξέφυγε από τα όρια της Ρωσίας, με αποτέλεσμα ακόμα και λάτρεις του ήχου της καμπάνας από χώρες της Βαλτικής να απευθύνονται σε αυτή τη σχολή.