Αρχική Αφιερώματα Iωαννίνων Θεόκλητος, Οταν ο μακαριστός μιλούσε για τους ειδωλολάτρες πιστούς και τον ρόλο της Εκκλησίας.

Iωαννίνων Θεόκλητος, Οταν ο μακαριστός μιλούσε για τους ειδωλολάτρες πιστούς και τον ρόλο της Εκκλησίας.

από christina

Δεν είναι πραμάτεια μας οι άγιοι και οι εικόνες» Ο Ιωαννίνων Θεόκλητος καταγγέλλει ότι «ενθαρρύνουμε την ειδωλολατρία για να γεμίσουμε τα παγκάρια των εκκλησιών» Κάποτε, όταν του ζήτησαν να μεταφέρουν στα Γιάννινα τα λείψανα κάποιου αγίου για την αποπεράτωση ενός ναού, αρνήθηκε. «Δεν είναι πραμάτεια μας οι άγιοι», είχε ξεσπάσει τότε ο Μητροπολίτης Ιωαννίνων Θεόκλητος. Από τότε πέρασαν χρόνια. Ο κ. Θεόκλητος, ο άνθρωπος ο οποίος έγινε γνωστός ως ο ιεράρχης ο οποίος λέει τα πράγματα με το όνομά τους, όχι μόνο δεν άλλαξε απόψεις αλλά αναλύοντας τον τρόπο που συμπεριφέρονται σήμερα κλήρος και λαός απέναντι στα ιερά κειμήλια της Ορθοδοξίας δεν διστάζει να τον χαρακτηρίσει ειδωλολατρικό. «Όταν ο πιστός ταυτίζεται με μια εικόνα, αυτό είναι ειδωλολατρία», λέει στα «ΝΕΑ». «Και εμείς έχουμε την ευθύνη, διότι ενθαρρύνουμε την ειδωλολατρία όταν περιάγουμε τα λείψανα των αγίων για να γεμίσουμε τα παγκάρια της Εκκλησίας». Όσο για τα θαύματα, επισημαίνει ότι αυτά τα κάνει μόνο ο Θεός και όχι οι άγιοι, ενώ αναφερόμενος στον ρόλο της Εκκλησίας και στην ανάμειξή της στην πολιτική τονίζει: «Ούτε ο Θεός θέλει την Εκκλησία να ασχολείται με την πολιτική». «Προτιμώ να τους στενοχωρήσω» Σε μια περίοδο που οι περισσότεροι ιεράρχες προσπαθούν και μέσω ιερών λειψάνων να φέρουν τους πιστούς πιο κοντά στην Εκκλησία αλλά μαζί με τον οβολόν τους, ο κ. Θεόκλητος απορρίπτει κάθε τι το μη θεολογικό προτιμώντας να «στενοχωρήσει μερικούς χριστιανούς λέγοντάς τους την αλήθεια», σε μια απ’ τις ελάχιστες φορές στην ιστορία της Εκκλησίας της Ελλάδος που ιεράρχης διατυπώνει λόγο διαφορετικό, κόντρα στην κρατούσα άποψη. Στο μικρό, λιτό αλλά απόλυτα επιβλητικό γραφείο του στη Μητρόπολη στα Γιάννινα ο κ. Θεόκλητος δεν αλλάζει συνήθειες. «Όχι, γιατί να το κάνω αυτό. Ό,τι έχω κάνει στη ζωή μου το έχω κάνει συνειδητά». Πίνει γαλλικό καφέ και καπνίζει.«Το αυτεξούσιο του ανθρώπου βλέπεις…». Ακούει για τους πιστούς που συρρέουν στη Μητρόπολη Αθηνών για να προσκυνήσουν την εικόνα της Παναγίας της Ιεροσολυμίτισσας και κουνάει με θλίψη το κεφάλι του: «Αντί να δρα ο ίδιος ο χριστιανός για να ταυτίσει το θέλημά του με το θέλημα του Θεού, κατά παγανιστικό τρόπο αποζητάει την επέμβαση της εικόνας, πράγμα που τον κάνει ειδωλολάτρη. Εδώ δεν λέει “με βοήθησε η Παναγία”, λέει “με βοήθησε η Παναγία η Ιεροσολυμίτισσα”. Αυτό είναι ειδωλολατρία όσο και αν θέλουμε να το εξαγνίσουμε. Είναι αρρωστημένη πίστη». Ο ρόλος των εικόνων Για να καταλήξει σ’ αυτό το συμπέρασμα χρειάστηκε να περάσουν χρόνια. Να μελετήσει, να ερμηνεύσει κείμενα και ρήσεις μεγάλων ανδρών εντός και εκτός Εκκλησίας. Να περάσει νύχτες και μέρες συζητώντας με θεολόγους, αλλά και με τους κληρικούς της μητρόπολής του («α, εδώ όλοι έχουν λόγο», λέει και δεν αφήνει περιθώρια για παρεξηγήσεις). «Η εικόνα στην Εκκλησία ήταν ένα μέσο που προκαλούσε τη μνήμη του ανθρώπου να αναθυμάται την ιστορική πραγματικότητα της Αποκάλυψης και να αντλεί διδάγματα… Η βασική διδασκαλία της Αποκάλυψης είναι ότι ο άνθρωπος πρέπει να αποκτήσει μια άμεση σχέση με τον Θεό. Σχέση προσωπική. Υπήρξαν κατά καιρούς αυτοί οι άνθρωποι μέσα στην Εκκλησία που πέτυχαν αυτή τη σχέση. Στον σύγχρονο άνθρωπο σιγά – σιγά εκπίπτει αυτή η μαγική σχέση μεταξύ του εικονιζομένου, του πράγματος που απεικονίζει, και του ίδιου. Αντί να δρα ο ίδιος για να βοηθήσει τον εαυτό του να ταυτίσει το θέλημά του με το θέλημα του Θεού, κατά παγανιστικό τρόπο αποζητάει την επέμβαση του πράγματος, κάτι που τον κάνει ειδωλολάτρη. Είναι αρρωστημένη πίστη». Και αν κάποιος του ζητήσει να καταλογίσει ευθύνες γι’ αυτά τα φαινόμενα, θα απαντήσει με τον δικό του τρόπο: «Αν φτύσω πάνω, φτύνω τα μούτρα μου• αν φτύσω κάτω, φτύνω τα γένια μου», λέει κάνοντας την αυτοκριτική του: «Σήμερα ζούμε όλοι μας έναν Θεό ανθρωπόμορφο. Ακόμη και τη Μεγάλη Εβδομάδα όταν συρρέουμε στην εκκλησία μπροστά στον Σταυρό και τον Επιτάφιο, συρρέουμε μπροστά στον Πάσχοντα Δίκαιο και όχι στον αναστημένο Θεό. Κρατούμε τον Θεό στα μέτρα μας, για να μπορούμε να τον πλησιάσουμε». Ο κ. Θεόκλητος οργίζεται όταν διαπιστώνει ότι γίνεται εκμετάλλευση των λειψάνων αγίων και των ιερών κειμηλίων: «Δεν είναι πραμάτεια μας οι άγιοι. Έχουμε το κουράγιο να βοηθήσουμε τον άνθρωπο σ’ αυτή τη λαθεμένη άποψη; Να του φέρουμε όποιο θεωρεί ιερό κειμήλιο να το προσκυνήσει αλλά να του δώσουμε την παραγγελία: πρόσεξε να μην καταθέσεις ούτε μία δραχμή. Ίσως μας βοηθούσε να πούμε ότι η Παναγία δεν είναι ανάγκη να είναι Ιεροσολυμίτισσα για να μας βοηθήσει. Η Παναγία είναι ανεικόνιστη». «Ούτε ο Θεός θέλει η Εκκλησία να ασχολείται με την πολιτική» Είχε πάντα την άποψη ότι η Εκκλησία δεν πρέπει να ασχολείται με την πολιτική. «Ούτε ο Θεός θέλει την Εκκλησία ασχολουμένη με την πολιτική. Στους ελεύθερους λαούς καταργεί το αυτεξούσιο του ανθρώπου επεμβαίνουσα στην πολιτική διαχείριση», λέει ο κ. Θεόκλητος, ο οποίος και το εξηγεί: «Όταν, σύμφωνα με την Παλαιά Διαθήκη, ο Θεός έδωσε αρχηγό στον ισραηλιτικό λαό για να τον ελευθερώσει δεν του έδωσε ιερατική εξουσία, αλλά έβαλε δίπλα του τον Ααρών. Η Εκκλησία δικαιούται να συντηρεί τη συνοχή ενός έθνους, όταν αυτό δεν έχει την ελευθερία τού να επιλέξει τους άρχοντές του. Από εκεί και πέρα άλλη είναι η αποστολή της». Ως άνθρωπος όμως ο οποίος παρακολουθεί τα πάντα και βεβαίως την επικαιρότητα έχει να πει πολλά για τα συμβαίνοντα στον χώρο της πολιτικής. Όχι όμως ως μητροπολίτης, αλλά ως απλός Έλληνας πολίτης. «Εγώ χωρίς να είμαι αυτός που χειρίζεται το θέμα», λέει αναφερόμενος στο Κυπριακό, «εκτιμώ ότι κάτω από πιεστικές συνθήκες σήμερα οδεύει προς μια λύση. Θα πρέπει να την αφήσουμε να δουλέψει. Δεν μπορούμε να την απορρίψουμε χωρίς να τη δοκιμάσουμε. Στη βάση αυτή διαπραγματευόμαστε για να καταλήξουμε κάπου». Ο Ιωαννίνων τα βάζει και με τους φανατικούς που αντιδρούν για την Ευρωπαϊκή Ένωση: «Να μια μεγάλη αντίφαση. Πολλές φορές κατηγορούμε την Ε.Ε., αλλά τα χρήματά της τα θέλουμε. Εγώ δεν καταλαβαίνω γιατί αντιδρούμε. Μήπως τρομάζουν τα μέλη της Εκκλησίας μας από την αδυναμία τους να αντισταθούν;». Φανατικά αντίθετος του «ευσεβισμού των ημερών μας», ο κ. Θεόκλητος τονίζει με αγανάκτηση: «Αυτή την ώρα η Εκκλησία μας έχει ξεχάσει ένα πράγμα: το αυτεξούσιο του ανθρώπου και προσπαθεί να κερδίσει τον παπά ή τον πιστό με την υποταγή του σε κάποια θελήματα ανθρώπινα. Θεωρώ ότι όποιος φοράει είτε ράσο είτε κοστούμι μπορεί να είναι παπάς. Είναι όμως περιττό να γίνεται συζήτηση για την εμφάνιση των κληρικών». Όσο για τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι κληρικοί στο να κυκλοφορούν τις αποδίδει στο γενικότερο κλίμα του ευσεβισμού: «Το ράσο φταίει που τα νεαρά κορίτσια δεν παντρεύονται ιερείς ή μήπως όλοι εμείς που δεν επιτρέπουμε στον παπά να πάρει την παπαδιά του αγκαζέ και να πάει μια βόλτα. Εδώ είναι το πρόβλημα στον ευσεβισμό που προέκυψε από τη μείξη με τον προτεσταντισμό. Αγιοποιήσαμε τον παπά ψευδεπίγραφα και δεν τον αφήσαμε να τον αγιοποιήσει ο Θεός». Στη συνολική διαδρομή της Εκκλησίας, εκτός των πολλών θετικών, ο κ. Θεόκλητος έχει εντοπίσει και πολλά λάθη. Ποια είναι αυτά: «Το μεγάλο λάθος είναι ότι μετά την απελευθέρωση, και με δεδομένη την προσφορά της, θέλησε να παίξει ρόλο στα πολιτικά πράγματα και δεν περιορίστηκε στον ευαγγελικό της λόγο. Η Εκκλησία δεν μπορεί να παρέμβει στο αυτεξούσιο των μελών της και στην κοινωνική τους οργάνωση». Όσο για τη διαδρομή του κ. Χριστόδουλου ως Αρχιεπισκόπου ξεκαθαρίζει: «Ας μην κρίνω τον Αρχιεπίσκοπο για να μην κριθώ». Ωστόσο, παραδέχεται ότι σήμερα δεν υπάρχουν ισχυρές προσωπικότητες στον χώρο της Εκκλησίας. «Δυστυχώς, σήμερα, είμαστε περισσότερο δυτικότροποι και λιγότερο ορθόδοξοι». Ο κ. Θεόκλητος πιστεύει ότι για την καλύτερη εξυπηρέτηση των πιστών η Εκκλησία της Ελλάδος έχει ανάγκη από ένα σχέδιο «Καποδίστρια», για να αποκατασταθούν οι όποιες αδικίες αλλά και καταστάσεις οι οποίες είχαν διαμορφωθεί την εποχή που όλα ήταν διαφορετικά. «Αλλά αυτό χρειάζεται πολλή παλικαριά»… «Μόνο ο Θεός κάνει θαύματα» Όσοι ξέρουν τον κ. Θεόκλητο σε προειδοποιούν: Να είσαι προσεκτικός όταν του μιλήσεις για θαύματα. «Βεβαίως και το θαύμα είναι δυνατό, αλλά μόνο από τον Θεό. Αλλιώς ο Θεός θα ήταν αδύνατος. Ο Θεός κάνει θαύματα και όχι οι άγιοι», λέει και αφήνει τις αιχμές του για το πόσο «θαύμα» είναι το θαύμα σήμερα: «Όσες φορές στην Καινή Διαθήκη πιστοποιείται ένα θαύμα, αυτό γίνεται από τον μαρτυρούντα όχλο και όχι από τον λαβόντα την χάρι του Θεού. Δυστυχώς, ο χριστιανισμός έχει φορτωθεί παρά πολύ με ειδωλολατρισμό. Πρέπει όσοι ευαγγελίζονται τον λόγο του Θεού να μπορούν να στενοχωρήσουν μερικούς χριστιανούς λέγοντάς τους την αλήθεια. Δυστυχώς, η ιστορία με τα κειμήλια είναι παλιά. Από τότε που η Εκκλησία έγινε θρησκεία και από τότε που η Αποκάλυψη έγινε χριστιανισμός». ΤΑ ΝΕΑ , 09-12-2002

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ