Γράφει ο Σταύρος Γουλούλης
Δρος βυζαντινής Τέχνης
Οι Μυροφόρες ήταν οι πρώτες που είδαν τον αναστημένο Ιησού. Οταν οι υπόλοιποι Μαθητές πελιδνοί κρύβονταν, αυτές από πίστη προς το νεκρό Διδάσκαλο, προσέτρεξαν για το ανθρώπινο καθήκον στο νεκρό. Δεν είναι μόνον η γέννηση πράξη που ζει έντονα η γυναίκα, είναι και ο θάνατος.
Ομως υπήρξε και μία άλλη γυναίκα, Ρωμαία αυτή τώρα, η οποία είδε τον Ιησού υπόδικο, αλλά με τα μάτια της ψυχής τον είδε ως Δίκαιο. Αντέδρασε σχεδόν όπως οι μαθήτριες;
Αν όντως είναι η Κλαυδία Πρόκλα, όπως διέσωσε μεταγενέστερη παράδοση -με αποτέλεσμα να μην μπορούν οι βιβλικοί επιστήμονες να συνεχίσουν έναν επιστημονικό συνειρμό-, πρέπει να ανήκε ως σύζυγος Ρωμαίου ανώτερου κρατικού αξιωματούχου, στην υψηλή κοινωνία, μέλος της κυβερνώσας δυναστείας των Ιουλιο-Κλαυδίων, στην οποία ανήκε και ο Τιβέριος (14-37 μ.Χ). Δεν ήταν τυχαίο ανδρόγυνο, εστάλησαν στην πιο δύσκολη επαρχία του ρωμαϊκού κράτους, την πιο ατίθαση, ιδιαίτερη και με μεγαλύτερη στρατηγική σημασία· ένωνε δύο ηπείρους.
Ο ευαγγελιστής Ματθαίος, ο οποίος ως γνωστόν αφομοίωσε τα «Λόγια» του Ιησού στο ευαγγέλιό του, χρησιμοποίησε στο σημείο αυτό και μία άλλη πηγή, της οποίας ίχνη προδίδονται [27.19: «Κι ενώ αυτός (ο Πιλάτος) καθόταν επί του βήματος -την ώρα που γινόταν η ψηφοφορία υπέρ του Ιησού ή του Βαρραβά- απέστειλε η γυναίκα του προς αυτόν λέγοντας: “Τίποτα να μην υπάρξει ανάμεσα σε σένα και στον δίκαιον εκείνον άνθρωπο. Γιατί υπέφερα πολύ στο όνειρό μου εξ’ αιτίας του”. «Μηδέν σοι και τω Δικαίω εκείνῳ…»]. Είναι ένα μικρό κειμενάκι, τμήμα μιας διηγήσεως, στην οποία η ίδια η γυναίκα του Πιλάτου ή άλλο πρόσωπο, λέγει αυτό για λογαριασμό της. Αναφέρεται πλέον στον Χριστό σαν να είναι νεκρός. Και όχι σε πλάγιο λόγο, αλλά σε ευθύ. Η χρήση της αντωνυμίας «Εκείνος» στην ελληνική, διαχρονικώς χρησιμοποιείται για πράξεις ενός ανθρώπου, ο οποίος ανάγεται στο παρελθόν ή και δεν είναι πλέον στη ζωή. [Πρβλ. Δ΄Μακκ. 14.9: οι επτά μάρτυρες «εκείνοι νεανίαι»].
Είναι ένα ίχνος που δείχνει τη διήγηση της «Κλαυδίας», πού αλλού; Στη Ρώμη. Μπορεί να είναι ένα τμήμα από έκθεση που συνέταξε ο ίδιος ο Πιλάτος, ως όφειλε, στον αυτοκράτορα, όταν επέστρεψε μετά τη δεκαετή θητεία του (26-36). Σημασία έχει ότι καταγράφηκε στα ελληνικά και το χρησιμοποιεί ο Ματθαίος. Μπορεί να αφορά σε κάτι άλλο. Είναι όμως μία μικρή διήγηση μέσα στη συνολική διήγηση του ευαγγελιστή, που και αυτή είναι έκθεση στην Εκκλησία περί τη δεκαετία του 60-70 μ.Χ.
Με λίγη φαντασία μπορούμε μέσω ποιητικής αδείας να αποδώσουμε περίπου το νόημα: «Είδα τον Καταδικασμένο στημένο στο Πραιτώριο, αφού στο ίδιο κτίριο ήταν η κατοικία μας, και κατάλαβα ότι δεν ήταν σαν άλλους κατάδικους. Είπα στον Πιλάτο να μην πειράξει τον Δίκαιο εκείνον άνθρωπο, γιατί είχα δει άσχημα όνειρα το βράδυ, όταν τον έφεραν να τον δικάσει…». Ή αν μιλάει ο Πιλάτος, να γράφει: «Μου είπε η γυναίκα μου “μην πειράξεις τον Δίκαιο εκείνον άνθρωπο”…». Πόσο μεγάλη ήταν αυτή η διήγηση είναι άγνωστο. Οπως και να είναι, η κυκλοφορία ενός τέτοιου κειμένου από μέρους του ζεύγους Πιλάτου, πρέπει να θεωρηθεί γεγονός, άγνωστο όμως αν είχε σχέση με τα πολύ μεταγενέστερα κείμενα (Acta Pilati) που ήθελαν τον Πιλάτο να είναι μετανιωμένος. Οντως, πρέπει να μετάνιωσε.
Ο Ιησούς είχε μεταχθεί χαράματα στο Πραιτώριο της Ιερουσαλήμ. Αν η γυναίκα κοιμόταν, θα άκουσε τις φωνές και τέλος πάντων κάτι συνέβη και είδε το όνειρο.
Η ιστορία της πάντως, η ιστορία ενός ονείρου που δεν μάθαμε ποτέ το περιεχόμενο, έκανε δυσβάσταχτη τη θύμησή του στη δίκαιη αυτή γυναίκα, ήταν μία πρώτη πράξη να μάθει η υψηλή κοινωνία της Ρώμη από πρώτο χέρι, ποιος ήταν αυτός ο παράξενος «Χρηστός» (πιθανόν έτσι τον μετέφρασαν οι ελληνομαθείς), που μιλούσε για μία δικαιοσύνη διαφορετική από αυτή της Ρώμης.
Γυναίκες λοιπόν έφεραν το πρώτο μήνυμα της Αναστάσεως στην ηγεσία των μαθητών του Χριστού, γυναίκα πρέπει να μετέφερε στον Ρωμαίο αυτοκράτορα και τα Ανάκτορα ή έστω στη Ρώμη, το σημάδι του ονείρου, λίγο πριν από την καταδίκη. Οι Ρωμαίοι σέβονταν τη μαντική των ονείρων, ακόμη και οι Χριστιανοί αυτοκράτορες, ο Κωνσταντίνος ο ίδιος, δεν την απαγόρευσαν ως τέχνη του προ-οράν, δεν θεωρήθηκε κακόβουλη μαγική τέχνη. Κι αυτό ήταν τεκμήριο αθωότητας του ανθρώπου, εφόσον «τον Ανθρωπο» δεν τον είδαν ποτέ στη Ρώμη.
Δεν είναι τυχαίο που αργότερα η γυναίκα του Πιλάτου θεωρήθηκε Χριστιανή και αγία στην Εκκλησία. [Ορθόδοξη: 27 Οκτ., Αιθιοπική: 25 Ιουν]. Είναι στην διάκρισή μας να δεχτούμε ότι το όνειρό της αντιμετωπίστηκε υπέρ του Χριστού. Επομένως μπορεί να καταταχθεί στις τίμιες γυναίκες, που αργότερα έδιναν το ευαγγέλιο της Αναστάσεως ως αρχή ελπίδας για μία νέα κοινωνία στη Ρώμη. Γιατί όχι, έχοντας αξία αποστολικής μαρτυρίας.
Ο ανώτερος άνθρωπος, στον πόνο του Αλλου νιώθει. Μπορεί να γίνει σύγκριση με τον καλό εκατόνταρχο εμπρός εις τον Εσταυρωμένο, τη στιγμή που χρειάστηκε να συγκλονιστεί ουρανός, γη, καταχθόνια, και τότε να καταλάβει ότι σταύρωσε λάθος άνθρωπο…;