Του Χρήστου Γ. Κτενά
Τρίτος σε ισχύ και κύρος στο Βατικανό, ο Καρδινάλιος George Pell είναι ο υπεύθυνος για τα οικονομικά της Καθολικής Εκκλησίας. Και πλέον είναι και ο πιο υψηλόβαθμος κληρικός της ο οποίος κατηγορείται για εγκλήματα σεξουαλικής φύσεως! Αυτή είναι η εξέλιξη που έχει κλονίσει την Καθολική Εκκλησία τις τελευταίες μέρες, ένα σοκ όμως με μεγάλο χρονικό βάθος, καθώς την τελευταία εικοσαετία πολλά σεξουαλικά σκάνδαλα και εγκλήματα έχουν ανακαλυφθεί στο εσωτερικό της, κυρίως (και εδώ είναι το πιο αποτρόπαιο) υποθέσεις παιδεραστίας, με ιερείς διαφόρων βαθμίδων να έχουν καταδικαστεί για βιασμούς και κακοποιήσεις ανηλίκων.
Η ιστορία του Pell, όμως, είναι από τις πιο προβληματικές και πλέον αποτελεί τη μεγαλύτερη κρίση που αντιμετωπίζει το Βατικανό τις τελευταίες δεκαετίες. Ο 76χρονος σήμερα κληρικός κατάγεται από την Αυστραλία και είχε υπηρετήσει ως Αρχιεπίσκοπος του Σίδνεϊ, ενώ το 2014 τοποθετήθηκε από τον Πάπα Φραγκίσκο ως υπεύθυνος των οικονομικών του Βατικανού. Επίσης, ήταν ήδη μέλος μιας στενής ομάδας καρδιναλίων που δρούσαν ως συμβουλευτικό σώμα του Ποντίφικα, στην προσπάθεια του για τη μεταρρύθμιση του Καθολικισμού.
Ο Pell, μάλιστα, το 1996 (ως τότε Αρχιεπίσκοπος Μελβούρνης) είχε ιδρύσει την «Melbourne Response», μια οργάνωση έρευνας των σκανδάλων παιδεραστίας στην Καθολική Εκκλησία της Αυστραλίας, που είχαν έρθει στο φως έπειτα από πολλές καταγγελίες πιστών. Κι όμως, η αστυνομία της Μελβούρνης, όπως αναφέρουν διεθνή ΜΜΕ, πλέον του έχει απαγγείλει κατηγορίες για «ιστορικό σεξουαλικών επιθέσεων», όταν υπηρετούσε ως ιερέας στην μικρή πόλη Μπαλαράτ στη Βικτόρια, τις δεκαετίες του ’70 και του ’80. O ίδιος, μάλιστα, είχε αντιμετωπίσει στο παρελθόν ακόμα μία κατηγορία για κακοποίηση ανηλίκου, η οποία όμως δεν είχε αποδειχθεί.
Η ανατροπή αυτή, δηλαδή από διώκτη της παιδεραστίας εντός της Καθολικής Εκκλησίας της Αυστραλίας σε κατηγορούμενο για τα ίδια εγκλήματα, σιγόβραζε εδώ και ενάμιση χρόνο, καθώς τον Δεκέμβριο του 2015 είχε αρνηθεί -επικαλούμενος ιατρικούς λόγους- να επιστρέψει στην Αυστραλία για να δώσει κατάθεση σε μια κρατική επιτροπή σχετικά με το τι γνώριζε για τα εγκλήματα άλλων ιερέων. Ηδη από τότε είχε γίνει γνωστό πως η αστυνομία ερευνούσε και τον ίδιο, αλλά δεν υπήρχαν αρκετά στοιχεία για να παραπεμφθεί. Η άρνηση του, πάντως, να επιστρέψει στη χώρα του, έστω ως μάρτυς, είχε προκαλέσει μεγάλες διαμαρτυρίες και είχε πάρει μεγάλη δημοσιότητα.
Τελικά, έδωσε κατάθεση μέσω βιντεοκλήσης, αλλά παραμένει έκτοτε στο Βατικανό. Ο ίδιος, πάντως, μετά τις εξελίξεις, δήλωσε πως οι κατηγορίες είναι παντελώς ψευδείς, χωρίς στοιχεία και «σχεδιασμένες να τον εκθέσουν». Επίσης, δήλωσε πως θα επιστρέψει στην Αυστραλία «για να καθαρίσει το όνομα του», όταν του το επιτρέψουν οι γιατροί. Προς το παρόν, στις 18 Ιουλίου θα γίνει στη Μελβούρνη η πρώτη ακρόαση ενώπιον του δικαστηρίου, η οποία θα καθορίσει και τα τυπικά της διαδικασίας.
Το πιο ενδιαφέρον; Ο Pell μέχρι πρότινος ακουγόταν ως ένας από τους επικρατέστερους καρδιναλίους για τη διαδοχή του Φραγκίσκου, κάτι, φυσικά, που πλέον έχει λήξει, ακόμα και αν αθωωθεί δικαστικά. Και, βέβαια, η παραπομπή του δίνει ένα ισχυρό πλήγμα στην πολιτική του Πάπα Φραγκίσκου περί «μηδενικής ανοχής» σε παρόμοια εγκλήματα κληρικών, κάτι, όμως, που δεν έχει τηρηθεί μέχρι σήμερα. Ο Πάπας, πάντως, όταν είχε ερωτηθεί πέρυσι για τον Pell και τη φημολογία που ήδη υπήρχε, απάντησε πως «θα περιμένουμε την Δικαιοσύνη να αποφανθεί και μετά θα μιλήσω».
«Εκκλησία το Facebook»: Η παράξενη δήλωση του Mark Zuckerberg
Μιλώντας στα μέσα Ιουνίου στο Σικάγο, στο πρώτο συνέδριο των «κοινοτήτων του Facebook», ο Mark Zuckerberg, ιδρυτής και επικεφαλής της πιο δημοφιλούς υπηρεσίας κοινωνικής δικτύωσης, έκανε μια ιδιαίτερη αναφορά, παρομοιάζοντας το Facebook με Εκκλησία. Σύμφωνα με το σκεπτικό του, τόσο η Εκκλησία όσο και το Facebook «φέρνουν τους ανθρώπους κοντά και δημιουργούν κοινότητες, κοινότητες οι οποίες προσφέρουν σε όλους νόημα ζωής». Ο ίδιος συνέχισε λέγοντας πως «…είτε μιλάμε για Εκκλησίες, αθλητικές ομάδες ή κοινότητες στη γειτονιά, όλες μάς δίνουν τη δύναμη να διευρύνουμε τους ορίζοντές μας και να ενδιαφερθούμε για τα κοινά. Μελέτες έχουν αποδείξει πως, όσο πιο συνδεδεμένοι είμαστε, τόσο πιο ευτυχείς αισθανόμαστε, αλλά είμαστε και πιο υγιείς. Οι άνθρωποι που πάνε σε μια Εκκλησία έχουν περισσότερες πιθανότητες να προσφέρουν εθελοντικά και σε αγαθοεργίες, όχι μόνο γιατί είναι θρησκευόμενοι, αλλά γιατί είναι μέρος μιας κοινότητας».
Αν και η συσχέτιση που έκανε ο Zuckerberg μπορεί να ερμηνευθεί ως μια γενικόλογη αναφορά στο πνεύμα κοινότητας που, βέβαια, έχουν ιδιαίτερα ισχυρό όλες οι θρησκείες, το Facebook ως κοινωνικό φαινόμενο δεν μπορεί να αγνοηθεί. Φέτος έσπασε το ρεκόρ των 2 δισεκατομμυρίων χρηστών (ενώ οι Χριστιανοί παγκοσμίως είναι 2,2 δισ.), με 1,28 δισ. να το χρησιμοποιούν καθημερινά. Χαρακτηριστικά, δηλαδή, μεγέθους κοινού και ενασχόλησης που εντυπωσιάζουν και δείχνουν πως ένα κοινωνικό δίκτυο μπορεί πράγματι να δράσει ως παγκοσμιοποιημένη «κοινότητα», με τον Zuckerberg να βάζει στόχο για τα επόμενα χρόνια «να έρθουμε όλοι πιο κοντά». Ένα σύνθημα που αγγίζει τις παρυφές της θρησκευτικότητας, χωρίς βέβαια να προτάσσεται ένα θεολογικό υπόβαθρο ή ενοποιητική αντίληψη, πέρα από ένα αόριστα σκιαγραφημένο «κοινό καλό».
Αν συνδυάσουμε αυτή την αντίληψη του Zuckerberg με την τρέχουσα λειτουργία του Facebook, το οποίο επιβάλλει έναν δικό του κανόνα συμπεριφοράς, π.χ. σβήνοντας αναρτήσεις που δεν πληρούν τις προδιαγραφές του, ενώ πολλές φορές αποβάλλει ή περιορίζει στην έκφραση τους χρήστες, ήδη μπορούμε να μιλάμε για μια παράδοξη ομαδοποίηση του παγκόσμιου κοινού. Ομαδοποίηση η οποία έχει πλέον «επικεφαλής» τον Mark μαζί με τους διαχειριστές του δικτύου και των ομάδων, «μυστηριακό περιεχόμενο» το μη προσβάσιμο στη λογική του λογισμικό του Μέσου και, πάντως, αίσθηση κοινότητας που ξεπερνά κάθε διαφορετικότητα. Στοιχεία, δηλαδή, που όλα απαντώνται και στη θρησκευτική εμπειρία!
ΗΠΑ: Η Εκκλησία των Μεθοδιστών χρίζει διεμφυλικό ως διάκονο
Η Ενωμένη Μεθοδιστική Εκκλησία είναι η τρίτη μεγαλύτερη χριστιανική ομολογία από πλευράς πλήθους πιστών στις ΗΠΑ, μετά την Καθολική Εκκλησία και τη Σύναξη των Βαπτιστών του Νότου και, βέβαια, από τις ισχυρότερες εντός του πολύμορφου τοπίου του αμερικανικού Προτεσταντισμού. Η συγκεκριμένη Εκκλησία, λοιπόν, πριν από λίγες ημέρες χειροτόνησε ως διάκονο (για μια δοκιμαστική περίοδο) το πρόσωπο Μ. Barclay, στο Βόρειο Ιλινόις. Η αναφορά στο «πρόσωπο» είναι και η ιδιαιτερότητα της όλης υπόθεσης, καθώς ο νέος κληρικός είναι ο πρώτος της Εκκλησίας ο οποίος αυτοπροσδιορίζεται ως «non-binary trans», μη ταυτιζόμενος δηλαδή με το κλασικό δίπολο «άνδρας-γυναίκα». Το πρόσωπο Μ. Barclay είναι γυναίκα, η οποία αρχικά αυτοπροσδιορίστηκε ως ομοφυλόφιλη και στη συνέχεια ως non-binary trans.
Η όλη υπόθεση είναι ενδεικτική και των μεγάλων αλλαγών που συντελούνται εντός πολλών προτεσταντικών δογμάτων σε ό,τι αφορά την αντιμετώπιση της έμφυλης ταυτότητας των πιστών τους. Τυπικά, η Ενωμένη Μεθοδιστική Εκκλησία λέει πως η ομοφυλοφιλία δεν είναι συμβατή με τα χριστιανικά διδάγματα. Στην πράξη, όμως, ομοφυλόφιλοι έχουν χριστεί ιερείς εδώ και πολλά χρόνια, με την περίπτωση Μ. Barclay να δημιουργεί ένα νέο κύκλο προβληματισμού και αντιρρήσεων. Η τελετή χειροτονίας έγινε από τη γυναίκα Επίσκοπο Sally Dyck, στις 4 Ιουνίου, και η ίδια είπε πως ο διάκονος Μ. Barclay «είναι μια μαρτυρία πως η Εκκλησία ανοίγεται σε ανθρώπους που χρειάζονται να ακούσουν το κήρυγμα του Ιησού». Άλλα, όμως, στελέχη της Εκκλησίας διαφώνησαν με τη συγκεκριμένη εξέλιξη, τονίζονται πως, ενώ καλωσορίζουν μέλη της διεμφυλικής κοινότητας στους ιερούς ναούς, κάπου πρέπει να τραβηχτεί μια κόκκινη γραμμή και αυτά τα άτομα δεν πρέπει να θεωρούνται κατάλληλα να αναλάβουν ηγετικούς ρόλους εντός της κοινότητας, είτε ως ιερείς είτε ως λαϊκοί πρεσβύτεροι.
Πάντως, η Μ. Barclay δήλωσε πως η ανάδειξή της σε διάκονο είναι δείγμα πως η Εκκλησία θέλει να προχωρήσει μπροστά. Η ίδια, ως ομοφυλόφιλη γυναίκα, είχε παρακολουθήσει θεολογικό σεμινάριο από το 2005 και είχε θέσει υποψηφιότητα για να γίνει διάκονος στο Τέξας το 2013, αλλά απορρίφθηκε από τη σχετική διαδικασία, ακόμη και έπειτα από ένσταση που υπέβαλε. Η χειροτονία της, που έγινε τελικά στο Ιλινόις, είναι για μια δοκιμαστική διετή περίοδο, ως είθισται, οπότε το 2019 θα επανεξεταστεί για το αν τελικά θα διατηρήσει το σχήμα.