Της Σοφίας Χρήστου
Εργάζεται καθημερινά ως οδηγός στο υπεραστικό λεωφορείο του ΚΤΕΛ Μαγνησίας της οικογενείας του, ενώ εδώ και τρία χρόνια έχει επιλέξει συνειδητά να εισέλθει και στους κόλπους της τοπικής Εκκλησίας, της Μητρόπολης Δημητριάδος και Αλμυρού, ως εθελοντής (άμισθος) κληρικός.
Ο 28χρονος ιεροδιάκονος Στέφανος Κολυνδρίνης, έγγαμος και πατέρας δύο κοριτσιών, μιλάει στην «Κιβωτό της Ορθοδοξίας» για αυτήν του την απόφαση.
«Εργάζομαι από 18 ετών, μόλις τελείωσα το Λύκειο. Ως εισπράκτορας στην αρχή, ως αποθηκάριος στη συνέχεια και μόλις απέκτησα επαγγελματικό δίπλωμα ως οδηγός στο λεωφορείο της οικογένειάς μας. Από τη στιγμή που έπαψαν να αμείβονται οι κληρικοί, ο μητροπολίτης μας είχε κάνει έκκληση σε όσους ενδιαφέρονται να χειροτονηθούν ότι θα έπρεπε να εργάζονται κάπου. Έτσι, μόλις απολύθηκα από τον Στρατό, παντρεύτηκα και εισήλθα στον πρώτο βαθμό της ιεροσύνης».
Όπως χαρακτηριστικά λέει, η επιθυμία του να αναπτύξει έργο διακονίας «γεννήθηκε» από πολύ μικρή ηλικία, με αποτέλεσμα η συνέχεια να είναι μια αναμενόμενη διαδρομή για εκείνον.
«Από μικρό παιδί, 7 ετών, από την πρώτη φορά που πήγα στο χωριό μου, στον Ιερό Ναό του Αγίου Αθανάσιου Άνω Λεχωνίων, ενθουσιάστηκα. Άρχισα να δένομαι με τον ιερέα, τον κόσμο, τις Ακολουθίες και να ακολουθώ ενεργά την εκκλησιαστική ζωή. Όσο πιο πολύ μεγάλωνα, τόσο πιο πολύ δενόμουν και ήθελα να γίνω ιερέας», ομολογεί ο π. Στέφανος και προσθέτει: «Ήμουν ιερόπαιδας, ενώ παράλληλα βοηθούσα στο ψαλτήριο ως ψάλτης».
Στη μεγάλη απόφασή του να χειροτονηθεί κληρικός είχε συμπαραστάτες τη σύζυγό του και την οικογένειά του. «Η σύζυγός μου γνώριζε από την πρώτη στιγμή ότι ήταν ένα όνειρό ζωής για μένα και ήταν δίπλα μου. Οι γονείς μου ήξεραν την αγάπη μου για τον Θεό και γενικότερα την κλίση μου αυτή, αλλά δεν το πίστευαν. Μέχρι που έγινε πραγματικότητα και βέβαια είναι κι αυτοί από την πρώτη στιγμή δίπλα μου».
«Μου αρέσει η εκκλησιαστική διακονία ως λειτούργημα, όχι ως επάγγελμα, όπως είναι σήμερα. Ήθελα να προσφέρω στο έργο της», αναφέρει ο ιερέας.
Όταν εισήλθε στον δεύτερο βαθμό της ιεροσύνης ως πρεσβύτερος και έχοντας ήδη αποκτήσει δύο κόρες, εξέφρασε την επιθυμία να προσφέρει έργο διακονίας στην περιφέρεια.
«Είχα ζητήσει από τον σεβασμιώτατο να με στείλει σε ένα χωριό και το αίτημά μου έγινε αποδεκτό. Έτσι, από τις 15 Μαΐου 2016 εκθρονίστηκα -κατ’ επιλογήν- εφημέριος στον Ιερό Ναό του Αγίου Βλασίου, στο ομώνυμο χωριό του νομού (σε απόσταση περίπου 15 χλμ. από τον Βόλο), όπου ζουν 80 οικογένειες. Εκεί διαδέχτηκα έναν άξιο ιερέα, 87 ετών πλέον, τον π. Γεώργιο Ράιο, ο οποίος είναι δίπλα μου και με στηρίζει από την πρώτη στιγμή και μακάρι να φανώ αντάξιός του», λέει ο ίδιος.
Οι συνάδελφοί του στο ΚΤΕΛ γνώριζαν την αγάπη του για την Εκκλησία και του στάθηκαν κι αυτοί, ενώ τίποτα δεν έχει αλλάξει στη στάση τους απέναντί του. «Έχω δύο-τρία ρεπό την εβδομάδα από την εργασία μου και, παράλληλα, δικαιούμαι την άδειά μου. Όταν δεν εργάζομαι εγώ, με αναπληρώνει ανά πάσα στιγμή άλλος οδηγός στο λεωφορείο. Κατά συνέπεια, τις Κυριακές, οπότε τελείται Θεία Λειτουργία, και τις μεγάλες εορτές είτε εργάζομαι στο λεωφορείο το απόγευμα είτε με αναπληρώνει ο άλλος οδηγός, προκειμένου να μη λείπω από την ενορία όπου διακονώ».
Οι συνάδελφοί του στο ΚΤΕΛ γνώριζαν την αγάπη του για την Εκκλησία και του στάθηκαν κι αυτοί, ενώ τίποτα δεν έχει αλλάξει στη στάση τους απέναντί του
Ωστόσο, όπως λέει, είναι δύσκολο να συνδυαστούν και τα δύο, αλλά γίνεται. «Μπορεί το πρωί να έχω μια βάφτιση και το απόγευμα να φεύγω ταξίδι στην Αθήνα, αλλά στο τέλος της ημέρας νιώθω γεμάτος ζωή!».
Στο τιμόνι δεν διαφέρει όσον αφορά την εμφάνισή του από τους συναδέλφους του. «Το ράσο το βγάζω μόνο όταν οδηγώ το λεωφορείο και το κρεμάω δίπλα μου». Όμως, δεν λείπουν καθημερινά και οι ιδιορρυθμίες. «Είναι περίεργα, δύσκολα στο τιμόνι. Ο κόσμος είναι απότομος, εχθρικός… Ωστόσο, δεν θέλω να το αφήσω με τίποτα. Πέρα από το βιοποριστικό, είμαι η τρίτη γενιά… Ο παππούς πρώτα, ο πατέρας μου μετά και τώρα εγώ. Όπως δεν θα αμελήσω ούτε το διακόνημά μου, ούτε την οικογένειά μου. Θα προσφέρω όσο μπορώ περισσότερο».
Καθημερινά ο π. Στέφανος Κολυνδρίνης μεταφέρει και μικρούς μαθητές στα σχολεία, στους οποίους… τάζει εικονίτσες αγίων προκειμένου να κάθονται ήσυχα. «Κάθε μέρα που μεταφέρω τα παιδιά από τα χωριά τους στο σχολείο τούς υπόσχομαι πως όποιο μείνει στη θέση του και δεν κάνει φασαρία στο τέλος της διαδρομής θα έχει δώρο μια εικόνα», λέει χαμογελώντας.
«Δεν με ενδιέφερε ποτέ αν θα έχω οργανική θέση, αν θα πάρω μισθό από το Δημόσιο κ.λπ. Ακόμη κι αν δεν δούλευα στο ΚΤΕΛ, θα άφηνα όλη μου την ύπαρξη στον Θεό!», τονίζει και προτρέπει «όσους έχουν κάποιο επάγγελμα και επιθυμούν να ακολουθήσουν τον δρόμο της Εκκλησίας να μη διστάσουν να το κάνουν, γιατί η πραγματική προσφορά είναι στον ελεύθερό μας χρόνο, που πάντα βρίσκεται όταν αγαπάμε αυτό που κάνουμε. Τα χωριά μας χρειάζονται ιερείς και τα ιερά θυσιαστήρια διακόνους του Θεού!».