Του Γεωργίου Αθ. Τσούτσου
Στις 2 Ιουνίου τρεις διεθνείς και πενήντα μία εθνικές Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις (ΜΚΟ) ζήτησαν με επιστολή τους προς τον γενικό γραμματέα Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στο υπουργείο Δικαιοσύνης, Κ. Παπαϊωάννου, την κατάργηση των άρθρων κατά της βλασφημίας του Ποινικού Κώδικα (Π.Κ.). Οι οργανώσεις αυτές, ανάμεσα στις οποίες βρίσκεται η Ένωση Αθέων Ελλάδος και το Ελληνικό Παρατηρητήριο των Συμφωνιών του Ελσίνκι, υπενθυμίζουν στον κ. Παπαϊωάννου τη δέσμευσή του, ως επικεφαλής της ελληνικής αντιπροσωπίας στην Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, να καταργήσει τα Άρθρα 198-199 του Π.Κ.
Στις 9 Ιουνίου ο κ. Παπαϊωάννου απάντησε ότι «η κατάργηση των άρθρων κατά της βλασφημίας εξακολουθεί να αποτελεί διακηρυγμένο στόχο μας και η υλοποίησή του άπτεται του γενικότερου σχεδιασμού του υπουργείου Δικαιοσύνης».
Ορισμένα κόμματα έσπευσαν να ταχθούν υπέρ της καταργήσεως των εν λόγω άρθρων, όπως το ΠΑΣΟΚ-Δημοκρατική Συμπαράταξη και το Ποτάμι, θεωρώντας ότι δι’ αυτού του τρόπου προστατεύεται η θρησκευτική ελευθερία του ατόμου. Το Ποτάμι ζήτησε την κατάργηση των περί βλασφημίας άρθρων και αντιπρότεινε να προστατεύεται η θρησκευτική ταυτότητα «ως ατομικό πλέον αγαθό και στοιχείο της ανθρώπινης προσωπικότητας».
Πρέπει να παρατηρήσουμε ότι τα άρθρα 198 και 199 του Π.Κ. τιμωρούν όποιον «δημόσια και κακόβουλα βρίζει με οποιονδήποτε τρόπο τον Θεό» είτε πρόκειται για την «Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία του Χριστού ή άλλη θρησκεία ανεκτή στην Ελλάδα». Τα ως άνω άρθρα συμπεριλαμβάνονται στο Έβδομο Κεφάλαιο του Π.Κ. υπό τον τίτλο «Επιβουλή της θρησκευτικής ειρήνης». Ο τίτλος αυτός συμπυκνώνει την ουσία της ποινικής προστασίας, καθόσον ο νόμος προστατεύει τη θρησκευτική ειρήνη και όχι οιαδήποτε θρησκεία. Αποβλέπει στην προστασία ενός δημόσιου αγαθού, που είναι η ειρηνική συνύπαρξη πολιτών με διαφορετικές θρησκευτικές πεποιθήσεις ή και άθεους. Συνεπώς, η απαγόρευση της βλασφημίας συνιστά στοιχείο νομικού πολιτισμού και όχι περιορισμό της θρησκευτικής ελευθερίας.
Η άσκηση της θρησκευτικής ελευθερίας, όπως και κάθε δικαιώματος συνεπάγεται κοινωνικά υπεύθυνη άσκηση του δικαιώματος αυτού, όπερ σημαίνει σεβασμό της θρησκευτικής ετερότητας των μελών μιας κοινωνίας. Η προστασία της θρησκευτικής ειρήνης αποτελεί προστασία ενός δημόσιου αγαθού. Εάν όμως γίνει δεκτή η πρόταση του Ποταμιού να προστατεύεται η θρησκευτική ταυτότητα σε ατομικό επίπεδο ως προσβολή της προσωπικότητας, δημιουργείται νέο πρόβλημα. Ο Έλληνας πολίτης θα πρέπει ατομικά να προσφεύγει στη Δικαιοσύνη καταβάλλοντας υψηλά χρηματικά ποσά για να αποδείξει ότι υπέστη ατομική βλάβη. Τούτο σημαίνει ότι είναι ουσιαστικά ανυπεράσπιστος έναντι των υβριστών του ή ότι προστατεύονται μόνο οι οικονομικά ισχυροί πολίτες και οι υβριστές. Αυτό συνιστά αντίστροφο διάκριση. Ως προς την ίδια την πράξη της βλασφημίας, με την άρση των απαγορευτικών αυτών διατάξεων του Π.Κ. διευκολύνεται ο εκχυδαϊσμός του δημόσιου βίου, που ήδη νοσεί βαρύτατα.
Σε αντιδιαστολή, γιατί να μην ισχύσει μια παρόμοια διάταξη εξύβρισης οποιασδήποτε δημόσιας Αρχής στο πλαίσιο της ελευθερίας της εκφράσεως; Η ειρηνική συνύπαρξη των πολιτών δοκιμάζεται μέσω της βλασφημίας, αφού οι βλασφημούντες τελούν σε ψυχική αναστάτωση και προσβάλλουν συνειδητά τη διαφορετικότητα της πίστεως των άλλων. Ως εκ τούτου, καλούμε το υπουργείο Δικαιοσύνης να προστατεύσει το αγαθό της θρησκευτικής ειρήνης σε μια εποχή ανόδου του θρησκευτικού φονταμενταλισμού, αφενός, και του αθεϊστικού φονταμενταλισμού, αφετέρου.