To θέμα των εκκλησιαστικών κειμηλίων κατά καιρούς έχουν απασχολήσει την κοινή γνώμη σε όλο τον κόσμο καθώς εντοπίζονται σε διάφορα μουσεία όπου έφτασαν με “άγνωστο τρόπο” κάτω από περίεργες συνθήκες.Η Ελλάδα εδώ και έναν αιώνα αντιμετωπίζει τέτοια πρόβλήματα με τη γειτονική Βουλγραρία καθώς χιλιάδες αντικείμενα μονών της Βορείου Ελλάδος έχουν εντοπιστεί σε μουσεία εκτός της χώρας.
Το πρόβλημα ωστόσο δεν λύνεται αφού οι χώρες όπου “φιλοξενούν ” κειμήλια που αποκτήθηκαν παράνομα αρνούνται να τα επιστρέψουν προφασιζόμενοι διάφορα τα οποία αν και δεν έχουν βάσει συνεχίζουν να προβάλλονται από τις επίσημες κυβερνήσεις.
Το θέμα ,αν και επισήμως απασχολή δεκάδες Εκκλησίες εν τούτοις ανόμη δεν έχει απασχολήσει τις Εκκλησίες ώστε να βρεθεί η χρυσή τομή για να επιστραφούν τα κλεμμένα , η παρανόμως αποκτηθέντα βιβλία και σκεύη ( κυρίως) που ανήκουν σε ιστορικά μοναστήρια.
Μια τέτοια περίπτωση φαίνεται πως είναι αυτή μετά δεκάδες αντικείμενα, ιερά σκεύη και άλλα εκκλησιαστικά αντικείμενα που θεωρούνταν χαμένα από την Ουκρανία, βρέθηκαν τυχαία από έναν αρχαιολόγο στους καταλόγους του μουσείου της Μόσχας.
Σύμφωνα με δημοσίευμα του ουκρανικού ιστότοπου risu.ua το οποίο επικαλείται ρεπορτάζ του ukr.lb.ua, ο αρχαιολόγος Τιμόρ Μπομπρόφσκι βρήκε στον κατάλογο του κρατικού ιστορικού Μουσείου στη Μόσχα δεκάδες αντικείμενα από το απόθεμα του μουσείου της Λαύρας του Πετσέρσκ, που το 1930 κατασχέθηκε από τους Μπολσεβίκους και έκτοτε θεωρούνταν εξαφανισμένα.
Το 2001, ο επιμελητής του αποθέματος του μουσείου της Λαύρας Γκριγκόρι Πολίσχκο, δημοσίευσε μια μονογραφία με τίτλο οι «Χαμένοι θησαυροί του Μουσείου της Λαύρας» με έναν κατάλογο πολύτιμων αντικειμένων που η σοβιετική κυβέρνηση μετέφερε από τα κεφάλαια του Μουσείου στο κρατικό αποθετήριο αξιών της ΕΣΣΔ.
Αυτά ήταν κυρίως λειτουργικά αντικείμενα που αφαιρέθηκαν τη δεκαετία του 1920 με το πρόσχημα της «ασφαλούς αποθήκευσης» από τους ιστορικούς ναούς της Αγίας Σοφίας και της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στο Κίεβο, τους οποίους οι Σοβιετικοί είχαν μετατρέψει σε μουσεία. Έκτοτε τα κειμήλια αυτά δεν θεάθηκαν ποτέ.
Ο Πολίσχκο διαπίστωσε ότι τουλάχιστον 11 αντικείμενα κατέληξαν στο κρατικό ιστορικό μουσείο στη Μόσχα, όμως όπως σημείωσε ο ίδιος δεν βρέθηκε επίσημη γραπτή επιβεβαίωση της σχέσης τους με την ουκρανική Λαύρα.
Η αποκάλυψη πραγματοποιήθηκε όταν ο ο αρχαιολόγος Τιμόρ Μπομπρόφσκι αποφάσισε να συγκρίνει τις φωτογραφίες των χαμένων αντικειμένων από τον «κατάλογο Πολίσχκο» με τον επίσημο κατάλογο του ρωσικού μουσείου στο διαδίκτυο.
«Και τότε ξεκίνησε…» γράφει χαρακτηριστικά ο Μπομπρόφσκι στην ανακοίνωση που έκανε. «Από τα 119 στοιχεία που αναφέρονται στον κατάλογο σύμφωνα με τα δεδομένα της δεκαετίας του 1930, μπόρεσα να εντοπίσω 57 αντικείμενα μεταξύ των υλικών αυτού του ιστότοπου, εκ των οποίων τουλάχιστον 48 θεωρούνταν χαμένα για πάντα. Και να φανταστείτε πως έχω κατορθώσει να εξετάσω μόνο ένα πολύ μικρό μέρος της συλλογής» σημειώνει χαρακτηριστικά ο αρχαιολόγος.
Τώρα ο Μπομπρόφσκι κάνει δημόσια έκκληση στους συναδέλφους του αρχαιολόγους να μπουν κι αυτοί στη διαδικασία της ταυτοποίησης ώστε να βρεθούν όλα τα χαμένα αντικείμενα της ουκρανικής πολιτιστικής κληρονομιάς.
Στις φωτογραφίες που δημοσίευσε ο ίδιος φαίνονται καθαρά από την μία πλευρά οι φωτογραφίες της παλαιάς λίστας με τα «χαμένα» και δίπλα η αντίστοιχη απεικόνιση από την επίσημη συλλογή του ρωσικού μουσείου.